Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010
Μόνιμα σε περιμένω μόνιμα...
Πάλι τσοκαράκια μου στο stavros-marinis.blogspot.com ανακάλυψα ένα μικρό διαμάντι για την "απουσία"... στην καρδιά καταγγελία. Όταν κάποιος φευγει από κοντά μας είτε βιολογικά είτε συναισθηαματικά.
Και διερωτάται ο ποιητής, ο Σταύρος καλέ (παρεμπιμπτόντως λευτερία στον Σταύρο Μαρίνη),"τι είναι αυτό που κάνει αβάσταχτη μια απουσία;"
"Δεν μπορείς εύκολα να απαντήσεις σε ένα τέτοιο ερώτημα , πάντως το βασικό στοιχείο είναι οι καλές στιγμές που έχεις περάσει με τα αγαπημένα πρόσωπα που χάνονται ή που η ζωή τα απομακρύνει από κοντά σου. Όσο πιο καλές αναμνήσεις έχεις από αυτούς που φεύγουν τόσο περισσότερο σου λείπουν".
Θα γίνω και πάλι λίγο, τσοκαρία, "Πώς μου λείπεις και έχω χάσει το φως, πώς μου λείπεις... και είναι ο κόσμος μισός". Μην μου πείτε ότι δεν κολλούσε εδώ το τραγούδι του Μπίγαλη από τα παλιά...
Και συνεχίζει... "Και όταν έχουν φύγει από αυτόν τον μάταιο κόσμο έχει καλώς ,όταν όμως δεν έχουν φύγει και απλώς έχουν "απομακρυνθεί" τι κάνεις;"
Εδώ είναι το ζήτημα τι κάνεις σε αυτή την περίπτωση; Υπομονή θα περάσει;
Πάλι του ποιητή: "Η απουσία είναι οδυνηρή όταν θεωρούμε τον άλλο "δικό" μας... φίλο, συναγωνιστή, σύντροφο, και οτιδήποτε κτητικό έχει δημιουργήσει η ατελής ανθρώπινη φύση. Όμως πόσο "δικός" μας είναι κάποιος και ποια η σωστή αντίδραση όταν χάνουμε κάποιον που θεωρούμε "δικό" μας;"
Να τον αφήσουμε να φύγει χωρίς να παλέψουμε, να τον διεκδικήσουμε; Έτσι αμαχητί να παραδώσουμε τα όπλα, τσοκαράκια μου. Μήπως πρέπει να καταλάβει με κάποιο τρόπο, ακόμη και με τον παραλογισμό ότι υπάρχουν ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα χρυσού τα οποία μπορεί να εξωρύξει; Ή όπως κάνουν οι ανοργασμικές, τσοκαράκια μου, να χαράξουμε για αλλού πορεία, να και τα τακουνάκια μας αλλού τους λέμε κι αλλού μας πάνε πάλι...
Τελικά τι είναι λάθος, τι σωστό δεν θα το μάθουμε ποτέ... Μόνο μια "παράλογη συμβουλή" δίνεται από τον ποιητή, "Δεν έχετε δικαίωμα να ξεχνάτε". Αλλά ξεχνάτε και μάλιστα εύκολα.
http://stavros-marinis.blogspot.com/2010/01/blog-post_7797.html
* Ξέρω πως δεν θα έρθεις ξανά... μου το τραγούδησες κιόλας. Έχω πεθάνει για σένα. Αλλά εγώ θα συνεχίσω τον τίτλο. Μόνιμα θα σε περιμένω μόνιμα, μα εσύ ούτε ένα τηλεφώνημα.
Πεθαίνω για σένα...
κι ας είσαι απάτη! Τρελό κι αν είσαι ψέμα εγώ σε λέω αγάπη. Λέει το άσμα με την φωνή του Γιώργου Μαργαρίτη. Τσοκαράκια μου σήμερα συγκινήθηκα πάρα πολύ, διότι πρώτη φορά διάβασα ένα κείμενο για την αγάπη, το οποίο ξεχείλιζε συναισθήματα. Όχι αυτά τα κοινότυπα, τα μελό αλλά ούτε γεμάτο φαλλοκρατικές απόψεις. Λέξεις σε σειρά με νόημα και ουσία, μα το κυριότερο αλήθεια. Κι όλα από την πένα ενός άνδρα. Ούτε gay, ούτε ρομαντικός, ούτε μονογαμικό. Από έναν άνδρα με άποψη και πάνω από όλα με πυγμή.
Σε ένα ενημερωτικό blog, όπως είναι αυτό του φίλου μας Σταύρου Μαρίνη (παρεμπιπτόντως λευτερία στον Σταύρο Μαρίνη) ανακαλύψαμε μια ελεγεία για την Αγάπη. Αυτή της στιγμής, της μιας ματιάς, των πέντε λεπτών, των πέντε μηνών ή των πέντε ετών που θα διαρκέσει για μια ζωή!
http://stavros-marinis.blogspot.com/2010/01/blog-post_3997.html
"Λάθη, παραλείψεις, και όλα τα αρνητικά του συντρόφου σου και τα βλέπεις και στα λένε αλλά εσύ επιμένεις και αγαπάς και για αυτό θαυμάζω όσους αγαπούν γιατί λατρεύουν αυτή τους την "αδυναμία". Κάποιοι πέθαναν για την αγάπη που είχαν στην πατρίδα τους , κάποιοι για τα μάτια μιας γυναίκας, κάποιοι για το Θεό τους , και κάποιοι από καρκίνο , καρδιά και βαθιά γεράματα. Εάν είχα να επιλέξω θα ήθελα να πεθάνω από ΑΓΑΠΗ για να μείνω για πάντα ζωντανός. Όμως το κείμενο αυτό τελειώνει η ΑΓΑΠΗ ΠΟΤΕ!!!!!"
(Απο το stavros-marinis.blogspot.com, τον Σταυρούλη μας.)
"Θα ήθελα να πεθάνω από αγάπη για να μείνω πάντα ζωντανός". Όπερ μεθερμηνευόμενο σημασία δεν έχει για ποιον πεθαίνεις, αλλά για ποιον ζεις...
*Σταύρο μου, σε παρακαλούμε να βάζεις περισσότερα προσωπικά κείμενα. Στο ζητούν οι τσοκαρίες σου... με τα μελαγχολικά μάτια.
Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2010
"O άνδρας της ζωής μου..."
Απογοήτευση... απλά και μόνο. Τελικά η πανσέληνος έβαλε το χεράκι της και ήρθε η αναβολή της αναβολής ω αναβολή σε όλα. Ακόμη και στα ταξίδια... μονοχά για πάρτη μου.
Ακόμη να ξεκινήσω δουλείά, από εκεί που παίρνω μόνο χαρές (και πίκρες μην τα εξιδανικευω).
Βαρέθηκα τους κάλπικους φίλους (εκτός από 1,2,3,4,5,6... τέλος παντων μια χούφτα είναι όλοι κι όλοι).
Και αφού το έζησα κι αυτό, τον talk of the town χωρισμό της Ελένης, μόνο ωραίας και πανωραίας μη σου πω και του Γιάννη. Έλα που δεν καταλάβατε... Για το Λατσαίιο ο λόγος που με λιτή επιστολή ανακοίνωσαν τον χωρισμό τους. Έδωσαν το ΟΚ για να βγουν έκτακτα τεύχη περιοδικών και ζήτησαν επιείκεια για τα παιδιά τους. Τσοκαράκια μου, νομίζω ότι πρόκειται καθαρά για ένα διαφημιστικό τρικ. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι όλα της πήγαν τόσο χάλια φέτος της Ελένης, της καραμελωμένης! Ή μήπως αυτός ήταν ο λόγος που έπεσε στην αγκαλιά του πρώτου τυχόντα διακοσμητή; Μπα είπε γάμο τηλεοπτικό έκανα, βγήκα πρώτη στην τηλεθέαση. Τηλεοπτικά γεννητούρια επίσης και μάλιστα τρισάκις. Συγκινήθηκαν, έμειναν έγκυες μαζί μου τα τσοκαράκια μου, και με απογείωσαν. Είπε λοιπόν να το ρίξει στο χωρισμό... Πάντα η θλίψη πουλάει περισσότερο από τη χαρά. Γιατί τσοκαράκια μου είμαστε και λίγο χαιρέκακες, μην μου πείτε ότι όλες οι δεσμευμένες δεν είπατε "Ευτυχώς που δεν είμαι στην θέση της". Αν και μία θα ήθελα σαν κολασμένη να είναι στην θέση της. Και δεν είναι αυτή που νομίζετε όλοι.
Είναι που είναι στον πάτο φέτος η Ελένη, ποια Ελένη; Μα η καραμελωμένη, μην πω το άλλο και με πριονίσει η τσοκαρία...
Εκτός αν εκεί στον πάτο, μετά την αποκαθήλωση βρήκε καινούριο μοτίβο στη ζωή της. Παρηγοριά σε άλλη αγκαλιά. Ελάτε τσοκαράκια μου πόσες φορές, όταν όλα μας πάνε στραβά, έχουν χαλάσει και τα τακουνάκια μας, δεν αλλάζει η ψυχολογίας μας μόλις μας κάνουν ένα κομπλιμέντο, μας δώσουν τη δέουσα σημασία... αχ, τα αγόρια.
Μπορεί βέβαια από την άλλη να φταίει ο Γιάννης της, ο οποίος βαρέθηκε την υστερία της καραμελωμένης που έπιασε βυθό και να αναζήτησε την ερωτική συντροφιά σε πιο "γκαγκά" άτομα. Περί ορέξεως... κολοκυθόπιτα! Και η Ελένη, η καραμελωμένη αυτόμάτως παίρνει πάλι τον άχαρο ρόλο της κερατωμένης. "Αχ την καημένη, για να δούμε πώς είναι; Χάλια;" Θα πουν όλα τα τσόκαρα με το χαμογελάκι τύπου καλά να πάθεις που νομίζεις ότι τα έχεις όλα. Αμέσως η τηλεθέαση της θα εκτοξευθεί στα ουράνια.
Αν και εγώ τσοκαράκια μου, γιατί είμαι μεγάλη... τσοκαρία, τι νομίζατε θα έλεγα, πιστεύω ότι η τηλεοπτικής τους πτώση του ζεύγους έφθειρε και την προσωπική τους ζωή, η οποία τρεφόταν από τις γκλάμουρους ΚΟΙΝΕΣ εμφανίσεις, τα χλιδάτα βαπτίσια και τις σκαφάτες και με πολλά εξώφυλλα ΚΟΙΝΕΣ διακοπές. Είχαμε μάθει τι αντηλιακό προτιμούν, Carotten No 30 για τον άνδρα της καραμελωμένης, Burn me (για το τροπικό μαύρισμα της μαύρης Ελένης)και για τα παιδιά Pepanthol baby!
Άραγε λεισμένη στο πυργο της η πρώην βασίλισσα τι να σκέφτεται αυτή τη στιγμή; Μα τι ρωτώ; Ότι όλες μας τσοκαράκια μου σε ανάλογες περιπτώσεις. "Γιατί σε μένα;" και συμπληρώνει την αιτιολογία, είτε για το κέρατο, είστε για την τηλεθέαση, είτε για το ρεζιλίκι, είτε για αυτόν που της άλλαξε τη διακόσμηση...
Το μόνο σίγουρο είναι πως σήμερα η Ελένη, η πρώην καραμελωμένη και νυν στραπατσαρισμένη, εκανε πολλούς, όπως εμάς τσοκαράκια μου να λέμε...
Άρα τι μου έμεινε κι εμένα του απλού θνητού τσοκάρου; Να παραδεχτώ ότι "Ο άνδρας της ζωής μου... είμαι ΕΓΩ!" Αφού οι αγάπες μου με κατάντησαν τρελή στο παρα κάτι.
Να φύγετε να πάτε άλλου φαλλοκράτες!
"Ο άνδρας της ζωής μου είμαι εγώ... πονάω που το λέω μα είναι αλήθεια." Αφιερωμένο στην Ελένη και κάθε Ελένη...
Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010
ΒΕΡΑ ΣΤΟ ΔΕΞΙ (2)
Και τώρα η συνέχεια…
Οι τυχαίες συναντήσεις στο παρκάκι και στο ασανσέρ της πολυκατοικίας σταμάτησαν. Χωρίς να πούμε τίποτα ο ένας στον άλλον. Ο παρ’ ολίγον Ρούντολφ μου, το μωράκι μου, είχε αρχίσει να γράφει το βιβλίο του και ομολογουμένως ήταν αρκετά καλό. Ο καλλιτεχνικός οίστρος τον είχε τσιμπήσει…
Εγώ πολλή δουλειά. Αλλά όποτε μπορούσαμε κάναμε προσπάθειες να αναθερμανθεί η σχέση μας.
Ναι, συγχωρήστε με. Είχα σφάλει. Δεν έπρεπε να λερώσω το στεφάνι μου. Ούτε καν να το προσπαθήσω. Κόντευα να ξεχάσω το πρόσωπο του Πέτρου. Άφαντος. Μέχρι που…
Κάποιο μεσημέρι, επιστρέφοντας άξαφνα από τη δουλειά για να πάρω κάτι σημειώσεις που είχα ξεχάσει τον αντίκρισα στο γνωστό ασανσέρ.
Η ατμόσφαιρα ηλεκτρισμένη. Λέξη από το χείλη μας δεν βγαίνει. Τα κορμιά μας τα διαπερνά ηλεκτρικό ρεύμα 220 volt και παίρνουν φωτιά. Η επιθυμία μου; Nα εκτοξευτώ μέχρι τον 3ο , ενώ μετανιώνω που δεν έχω πάει με τις σκάλες. «Πάλι βάζω σε κίνδυνο το στεφάνι μου», σκέφτεται εκείνος!
Μεταξύ δευτέρου και τρίτου έχουμε ήδη ανταλλάξει ένα παθιασμένο γαλλικό φιλί. Ούτε κουβέντα. Τα είπε όλα η σιωπή.
Ανοίγω βιαστική την πόρτα του ασανσέρ. «Τι συμβαίνει;», ρωτά ο θαυμαστής του Φίλιπ Ροθ. Τι να σου εξηγήσω; Ότι είδα τον παρ’ ολίγον εραστή μου και έτοιμη ήμουν να σου βάλω το κέρατο… Αλλά πάλι τυχερούλη τη γλίτωσες; Να ανάψεις κανένα κεράκι. Μόνο απάντησα, «Όλα καλά. Ξέχασα κάτι σημειώσεις…»
Είχε ήδη πέσει με τα μούτρα στο βιβλίο του. Ευτυχώς μεθαύριο που είχαμε επέτειο θα βγαίναμε. Θα την γιορτάζαμε όπως παλιά.
Τι πήγα να κάνω στον χρυσό μου, που όλα μου τα φέρνει στο χέρι. Μέχρι και φρυγανιά με μερέντα το πρωί. Όχι σαν τον «παντρεμένο» που φοβάται το «Νινί» του, την αφέντρα!
Αυτά έλεγα στον εαυτό μου για να τον σιχαθώ. Και είχα αρχίσει να με πείθω, αλλά η Βίσση από τα μεγάφωνα του ασανσέρ είχε αντίθετη άποψη, «Προσπαθώ να σε ξεχάσω, όμως μάταια, μάταια τίποτα δεν γίνεται…»
Δουλειά, σπίτι, σπίτι, δουλειά. Το μωράκι μου, που είχε ξαναγίνει το κέντρο του ερωτικού μου σύμπαντος, να μου αφηγείται το νέο του μυθιστόρημα, «Μια κοινωνία, 1000 κραυγές». Κι εγώ ήθελα να ενωθώ μαζί με τις χίλιες κραυγές και να γίνω μία ακόμη, με αυτά που ζούσα.
Σάββατο 21 Απριλίου. Σαν σήμερα πριν οκτώ χρόνια έκανα τη δική μου επανάσταση. Οχι με τανκ, αλλά με λιμο - πληρωμένη από τον μπαμπα, γιατί αν περίμενα από τον συγγραφέα... Ετοιμαζόμουν να ανέβω τα σκαλιά της εκκλησίας με τον άνδρα της ζωής μου, την μοναδική μου αγάπη, τον Ρούντολφ μου – του έμεινε το παρατσούκλι, έστω κι αν δεν τον κεράτωσα. Θα τα γιορτάζαμε δεόντως, είχαμε ξεπεράσει τα «7 χρόνια φαγούρας».
Μου είχε ετοιμάσει μια έκπληξη. Ευχόμουν να μην πηγαίναμε πάλι στον «Ιανό» για να ακούσουμε τα άπαντα του Φίλιπ Ροθ. Φέτος ήθελα καλό εστιατόριο, κεριά, ρομαντικό δείπνο και οστρακοειδή που είναι και αφροδισιακά. Εξάλλου εγώ πλήρωνα! Γιατί αν περίμενα από την «Μια κοινωνία, 1000 κραυγές», με λακέρδα και ρέγγα στο λαδόχαρτο θα την έβγαζα.
Αναμένουμε το ασανσέρ… Ανοίγει την κοιλιά του το κήτος με την μουσική και μας υποδέχεται. Δυστυχώς μας τράβηξε εκεί που δεν έπρεπε, στον 5ο όροφο. Στου «παντρεμένου» με το Νινί – αφέντρα, την κ. Κοκοβίκου.
Εγώ κολλημένη πάνω στην αγάπη μου σαν ερωτευμένα μαθητούδια. Εκείνοι με την βέρα στο δεξί! Αυτός επίσημο ένδυμα και το άρωμα που με έκανε να θέλω να του δαγκώσω το λαιμό.. Η madam Κοκοβίκου με φόρεμα κοκτέιλ, πέρλες στο λαιμό, με κότσο σινιόν και μια τσαντάρα Gucci που χωρούσα εγώ και η Λούσι μου μαζί.
Ξεκίνησαν οι κύριοι. «Θα βγείτε;», ρωτά ο αντίζηλος. «Ναι, έχουμε επέτειο σήμερα», πρόσθεσε ο δικός μου, «Της έχω ετοιμάσει μια έκπληξη». Τον σκουντάω, δεν χρειάζεται να δώσει λεπτομέρειες. Ο «παντρεμένος» μας ενημέρωσε ότι θα την πάει στο Μέγαρο, έχουν εισιτήρια για την Καμεράτα. Ανάθεμα κι αν ήξερε η αφέντρα από Καμεράτα και λυρική. Έτσι για το θεαθήναι πήγαινε και για να επιδείξει την Gu(μου)cci-άρα της.
Ο Ρούντολφ να γλυκοκοιτάζει την κυρία με τον σιονόν κότσο. Εμένα να με γδύνει το «σκαναριστό» βλέμμα του Πέτρου και γενικά «είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα».
Και θα γινόμασταν ωραιότερη ατμόσφαιρα από τη στιγμή που κόλλησε το ασανσέρ. Κι ύστερα σου λένε καινούρια τεχνολογία, λειτουργεί με νερό. Χώρια που πληρώνουμε στα κοινόχρηστα την αξία της μισής τσάντας της συζύγου του «παντρεμένου».
Μόνο η μουσική δεν σταματούσε… Είχαμε τον Πανταζή, να κάνει συστάσεις, «Από εδώ η γυναίκα μου κι από εδώ το αίσθημα μου» για να πάρει την σκυτάλη ο Μακρόπουλος με ερωτήματα του τύπου, «Ύποπτο το αίσθημά σου, ύποπτο; Πάντα ήθελες να το έχει δίπορτο;»
Να χτυπάω την πόρτα. Να πιέζουμε το κουδούνι, να έχουμε και την αφέντρα να μας έχει πρήξει, «Νινί, λιποθυμώ, νινί. Έχω κλειστοφοβία, νινί.» Και ο Ρούντολφ, θέλετε από συμπαράσταση στην ταρανδούλα να την καθησυχάζει. «Ηρεμήστε, σε λίγο θα μας βγάλουν… Πάρτε μια βαθιά ανάσα» και εκείνη με μελιστάλακτο ύφος, «Ναι, ε; Με ηρεμείτε δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο. Ούτε η γιόγκα δεν μου κάνει τόσο καλό».
Η κουφή γριούλα του 2ου δεν θα έπαιρνε είδηση. Τα κοκαλάκια μας θα έβρισκε ο Indiana Jones του μέλλοντός μας. Όσο για το ζευγάρι του πιλότου και της αεροσυνοδού, του 4ου , έλειπαν Βρυξέλλες. Ο ένοικος του πρώτου θα είχε βγει από νωρίς στο Villa… Αυτό ήταν, ήμασταν έρμαια της τύχης μας.
Εγώ με τον παντρεμένο Πέτρο, όσο τα ταίρια μας έκαναν τεχνικές ανώδυνου «ασανσέρ», αναπαριστούσαμε τη διαφήμιση ψάχνοντας σήμα στο κινητό. «Μέσα σε λίγα τετραγωνικά…», όπως ακουγόταν τώρα ο Πλούταρχος.
Ιδρώναμε, ξεϊδρώναμε. Κανείς για να μας απεγκλωβίσει. Παίρνει το λόγο ο Πέτρος. Σαν το τραγούδι του Βοσκόπουλου, «οι άνδρες δεν μιλούν πολύ, το δείχνουν με πράξεις». «Από αύριο θα μαζέψουμε υπογραφές για να ξηλώσουμε τα ηχεία του ραδιοφώνου από το ασανσέρ… Δεν πάει άλλο!», ελάλησε ο «παντρεμένος». Τουλάχιστον είχε τελειώσει ο Μπιθικωτσής…
Έτσι ξαφνικά, όπως σταμάτησε, έτσι ξεκίνησε το βρωμοασανσέρ… Είχαν περάσει όμως δύο ώρες. Τι να το κάνω; Πάει και η επέτειος, πάει και η έκπληξη, πάει και η Καμεράτα, πάνε όλα.
Πάλι ο εκκολαπτόμενος Φίλιπ Ροθ αμόλυσε την κοτσάνα του. «Έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα, δεν έρχεστε σπίτι να φτιάξω κάτι να φάμε;». «Ναι, ωραία ιδέα, γιατί αυτή η κλειστοφοβία μου έφερε μια πείνα. Ε, νινί; Εσύ δεν πεινάς;» Κατακόκκινος ο κύριος Νινί γούρλωσε τα μάτια και σήκωσε τους ώμους συγκαταβατικά.
Εκείνο το βράδυ ένας θεός ξέρει πως πέρασε. Με υπομονή, γιόγκα, που κάνει και η κ. Κοκοβίκου και πολύ κρασί. Κι όλο να τον βλέπω στο ποτήρι μου και πίνοντας να… τον θυμάμαι στην μία και μοναδική απόπειρα κερατώματος.
Τα ταίρια μας είχαν ταιριάξει… Ποιητής φαμφάρας, ο δικός μου και εκείνη ξιπασμένη ψευτοκουλτουριάρα να ανταλλάσουν απόψεις για ποιήματα του Καβάφη. «Οι βάρβαροι ήταν μια κάποια λύσις», όπως σοφά είχε γράψει ο ποιητής. Λες και προικονομούσε την ανάλυση του Ρούντολφ και της αφέντρας.
Φεύγοντας οι παντρεμένοι του 5ου προτίμησαν τις σκάλες. Για να γλιτώσουμε το μουσικό σχόλιο του ασανσέρ. Εγώ και ο Πέτρος συναντηθήκαμε ξανά την Δευτέρα στο άτυπο ραντεβού μας καθώς πηγαίναμε για δουλειά.
Και ο καιρός περνούσε. Μόνο τα βλέμματα πρόδιδαν ότι υπήρξε ανάμεσά μας ένα φλερτ, ένα κόρτε και τίποτα παραπάνω. Βρυχήθηκε, βέβαια, το τέρας με νερό που αντί να μας μεταφέρει από όροφο σε όροφο σχολίαζε ειρωνικά τη ζωή μας. «Παντρεμένοι και οι δύο γύρνα σε παρακαλώ…», μουσικό άσμα λαϊκό με την τσίμπλα στο μάτι. Απλά έριχνε λάδι στα αισθήματά μας.
Εγώ με τον παντρεμένο διακόψαμε κάθε είδους σχέση, ακόμη και διπλωματικές. Μόνο μια υπογραφή έβαλα σαν ιδιοκτήτρια του διαμερίσματος για να ξελαρυγγιάσουν το ενοχλητικό μουσικό κουτί του ασανσέρ.
Πείτε μου, όμως, εσείς σαν γυναίκες. Δεν θα σκεφτόσασταν να δώσετε μια ακόμη ευκαιρία σε αυτόν τον έρωτα που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μια μεγάλη αγάπη; Απλά την αφήναμε να φύγει. «Σαν χελιδονάκι μέσα στα χέρια… ήμουν αγέννητη ως τα χθες», θα προσέθετε το ασανσέρ.
Αχ, τελικά παιχνίδια που μας παίζει η ζωή. Από πρωταγωνιστές γινόμαστε κομπάσοι. Μεσημέρι. Σπάνια επέστρεφα σπίτι, αλλά η γρίπη με έχει καταρρακώσει. Ή μήπως το ανικανοποίητο στη ζωή μου; «Sex, wild sex...σε βλέπω και τρελλαίνομαι… sex, wild sex!», η μουσική υπόκρουση καθώς έκλεινε η πόρτα του ασανσέρ και άνοιγα την πόρτα του σπιτιού μου…
Η κυρία Κοκοβίκου, σύζυγος του «παντρεμένου» Πέτρου, να ιππεύει καταμεσής του σαλονιού μου, πάνω στο χαλί που ΕΓΩ είχα πληρώσει τον «δούρειο ίππο» του Ρούντολφ. Η Λούσι μου, ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας της παρανομίας τους, στο μπαλκόνι τιμωρία.
«Βρε αχαΐρευτε, που μου το έλεγε η μανούλα μου να μην σε πάρω. Ζώο όρθιο που πλήρωσα το βιβλίο σου για να μην σε πολτοποιήσουν, μου το παίζεις και γαμπρός; Και με πια με την άχρηστη γυναίκα του από πάνω μας που δεν είναι άξιος ούτε να την απατήσει;» Αυτά ήθελα να εκτοξεύσει το στοματάκι μου, αλλά πάλι η κυρία νίκησε την κατίνα μέσα μου.
Έκλεισα την πόρτα βαριά πίσω μου, στη ζωή μου. Μια γυναίκα φεύγει. Μια σωστή κυρία… Το μόνο που είπα πριν ήταν, «Να τη χαίρεσαι».
Στην κεντρική είσοδο της πολυκατοικίας συναντώ τον μέχρι πρότινος παράνομο δεσμό μου. Αλλά τελικά εμείς αποδειχθήκαμε όχι απλώς θύματα, αλλά τεράστια κορόιδα σε αυτή την ιστορία!
Ο «παντρεμένος» ξεκίνησε να μιλά για το λάθος μας που αφήσαμε μια αγάπη να χαθεί. Μια αγάπη… «προδομένη από τους συζύγους μας», του συμπληρώνω. Αποσβολώθηκε. «Ούτε για ένα κέρατο δεν ήμασταν ικανοί. Μα την έφεραν», το είπα.
Το ασανσέρ - Νότης Σφακιανάκης τραγουδούσε πάλι, «Πιο ξένοι κι από τους ξένους θα γίνεις… στο δρόμο αν με δεις θα κρυφτείς!»
Ο «παντρεμένος και κερατωμένος» Πέτρος ούρλιαξε θυμωμένα, «Θα τα σπάσω, θα τα σπάσω». Κατέβηκε σφαίρα τα σκαλιά προς το λεβητοστάσιο. Φοβήθηκα ότι θα γίνει κάποιο φονικό… Έτρεξα ξοπίσω του για να σώσω ότι σώζεται.
Πιάνει τα μεγάφωνα του ασανσέρ και τα πετάει με δύναμη στο πάτωμα. Πατάει πάνω τους, λες και αυτά έφταιγαν για την κατάντια μας. Βραχνιασμένα πια απαντούν με κοροϊδευτικό ύφος, «Πάρε τηλέφωνο τον κερατά, καλύτερα τώρα παρά μετά!»
Οι τυχαίες συναντήσεις στο παρκάκι και στο ασανσέρ της πολυκατοικίας σταμάτησαν. Χωρίς να πούμε τίποτα ο ένας στον άλλον. Ο παρ’ ολίγον Ρούντολφ μου, το μωράκι μου, είχε αρχίσει να γράφει το βιβλίο του και ομολογουμένως ήταν αρκετά καλό. Ο καλλιτεχνικός οίστρος τον είχε τσιμπήσει…
Εγώ πολλή δουλειά. Αλλά όποτε μπορούσαμε κάναμε προσπάθειες να αναθερμανθεί η σχέση μας.
Ναι, συγχωρήστε με. Είχα σφάλει. Δεν έπρεπε να λερώσω το στεφάνι μου. Ούτε καν να το προσπαθήσω. Κόντευα να ξεχάσω το πρόσωπο του Πέτρου. Άφαντος. Μέχρι που…
Κάποιο μεσημέρι, επιστρέφοντας άξαφνα από τη δουλειά για να πάρω κάτι σημειώσεις που είχα ξεχάσει τον αντίκρισα στο γνωστό ασανσέρ.
Η ατμόσφαιρα ηλεκτρισμένη. Λέξη από το χείλη μας δεν βγαίνει. Τα κορμιά μας τα διαπερνά ηλεκτρικό ρεύμα 220 volt και παίρνουν φωτιά. Η επιθυμία μου; Nα εκτοξευτώ μέχρι τον 3ο , ενώ μετανιώνω που δεν έχω πάει με τις σκάλες. «Πάλι βάζω σε κίνδυνο το στεφάνι μου», σκέφτεται εκείνος!
Μεταξύ δευτέρου και τρίτου έχουμε ήδη ανταλλάξει ένα παθιασμένο γαλλικό φιλί. Ούτε κουβέντα. Τα είπε όλα η σιωπή.
Ανοίγω βιαστική την πόρτα του ασανσέρ. «Τι συμβαίνει;», ρωτά ο θαυμαστής του Φίλιπ Ροθ. Τι να σου εξηγήσω; Ότι είδα τον παρ’ ολίγον εραστή μου και έτοιμη ήμουν να σου βάλω το κέρατο… Αλλά πάλι τυχερούλη τη γλίτωσες; Να ανάψεις κανένα κεράκι. Μόνο απάντησα, «Όλα καλά. Ξέχασα κάτι σημειώσεις…»
Είχε ήδη πέσει με τα μούτρα στο βιβλίο του. Ευτυχώς μεθαύριο που είχαμε επέτειο θα βγαίναμε. Θα την γιορτάζαμε όπως παλιά.
Τι πήγα να κάνω στον χρυσό μου, που όλα μου τα φέρνει στο χέρι. Μέχρι και φρυγανιά με μερέντα το πρωί. Όχι σαν τον «παντρεμένο» που φοβάται το «Νινί» του, την αφέντρα!
Αυτά έλεγα στον εαυτό μου για να τον σιχαθώ. Και είχα αρχίσει να με πείθω, αλλά η Βίσση από τα μεγάφωνα του ασανσέρ είχε αντίθετη άποψη, «Προσπαθώ να σε ξεχάσω, όμως μάταια, μάταια τίποτα δεν γίνεται…»
Δουλειά, σπίτι, σπίτι, δουλειά. Το μωράκι μου, που είχε ξαναγίνει το κέντρο του ερωτικού μου σύμπαντος, να μου αφηγείται το νέο του μυθιστόρημα, «Μια κοινωνία, 1000 κραυγές». Κι εγώ ήθελα να ενωθώ μαζί με τις χίλιες κραυγές και να γίνω μία ακόμη, με αυτά που ζούσα.
Σάββατο 21 Απριλίου. Σαν σήμερα πριν οκτώ χρόνια έκανα τη δική μου επανάσταση. Οχι με τανκ, αλλά με λιμο - πληρωμένη από τον μπαμπα, γιατί αν περίμενα από τον συγγραφέα... Ετοιμαζόμουν να ανέβω τα σκαλιά της εκκλησίας με τον άνδρα της ζωής μου, την μοναδική μου αγάπη, τον Ρούντολφ μου – του έμεινε το παρατσούκλι, έστω κι αν δεν τον κεράτωσα. Θα τα γιορτάζαμε δεόντως, είχαμε ξεπεράσει τα «7 χρόνια φαγούρας».
Μου είχε ετοιμάσει μια έκπληξη. Ευχόμουν να μην πηγαίναμε πάλι στον «Ιανό» για να ακούσουμε τα άπαντα του Φίλιπ Ροθ. Φέτος ήθελα καλό εστιατόριο, κεριά, ρομαντικό δείπνο και οστρακοειδή που είναι και αφροδισιακά. Εξάλλου εγώ πλήρωνα! Γιατί αν περίμενα από την «Μια κοινωνία, 1000 κραυγές», με λακέρδα και ρέγγα στο λαδόχαρτο θα την έβγαζα.
Αναμένουμε το ασανσέρ… Ανοίγει την κοιλιά του το κήτος με την μουσική και μας υποδέχεται. Δυστυχώς μας τράβηξε εκεί που δεν έπρεπε, στον 5ο όροφο. Στου «παντρεμένου» με το Νινί – αφέντρα, την κ. Κοκοβίκου.
Εγώ κολλημένη πάνω στην αγάπη μου σαν ερωτευμένα μαθητούδια. Εκείνοι με την βέρα στο δεξί! Αυτός επίσημο ένδυμα και το άρωμα που με έκανε να θέλω να του δαγκώσω το λαιμό.. Η madam Κοκοβίκου με φόρεμα κοκτέιλ, πέρλες στο λαιμό, με κότσο σινιόν και μια τσαντάρα Gucci που χωρούσα εγώ και η Λούσι μου μαζί.
Ξεκίνησαν οι κύριοι. «Θα βγείτε;», ρωτά ο αντίζηλος. «Ναι, έχουμε επέτειο σήμερα», πρόσθεσε ο δικός μου, «Της έχω ετοιμάσει μια έκπληξη». Τον σκουντάω, δεν χρειάζεται να δώσει λεπτομέρειες. Ο «παντρεμένος» μας ενημέρωσε ότι θα την πάει στο Μέγαρο, έχουν εισιτήρια για την Καμεράτα. Ανάθεμα κι αν ήξερε η αφέντρα από Καμεράτα και λυρική. Έτσι για το θεαθήναι πήγαινε και για να επιδείξει την Gu(μου)cci-άρα της.
Ο Ρούντολφ να γλυκοκοιτάζει την κυρία με τον σιονόν κότσο. Εμένα να με γδύνει το «σκαναριστό» βλέμμα του Πέτρου και γενικά «είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα».
Και θα γινόμασταν ωραιότερη ατμόσφαιρα από τη στιγμή που κόλλησε το ασανσέρ. Κι ύστερα σου λένε καινούρια τεχνολογία, λειτουργεί με νερό. Χώρια που πληρώνουμε στα κοινόχρηστα την αξία της μισής τσάντας της συζύγου του «παντρεμένου».
Μόνο η μουσική δεν σταματούσε… Είχαμε τον Πανταζή, να κάνει συστάσεις, «Από εδώ η γυναίκα μου κι από εδώ το αίσθημα μου» για να πάρει την σκυτάλη ο Μακρόπουλος με ερωτήματα του τύπου, «Ύποπτο το αίσθημά σου, ύποπτο; Πάντα ήθελες να το έχει δίπορτο;»
Να χτυπάω την πόρτα. Να πιέζουμε το κουδούνι, να έχουμε και την αφέντρα να μας έχει πρήξει, «Νινί, λιποθυμώ, νινί. Έχω κλειστοφοβία, νινί.» Και ο Ρούντολφ, θέλετε από συμπαράσταση στην ταρανδούλα να την καθησυχάζει. «Ηρεμήστε, σε λίγο θα μας βγάλουν… Πάρτε μια βαθιά ανάσα» και εκείνη με μελιστάλακτο ύφος, «Ναι, ε; Με ηρεμείτε δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο. Ούτε η γιόγκα δεν μου κάνει τόσο καλό».
Η κουφή γριούλα του 2ου δεν θα έπαιρνε είδηση. Τα κοκαλάκια μας θα έβρισκε ο Indiana Jones του μέλλοντός μας. Όσο για το ζευγάρι του πιλότου και της αεροσυνοδού, του 4ου , έλειπαν Βρυξέλλες. Ο ένοικος του πρώτου θα είχε βγει από νωρίς στο Villa… Αυτό ήταν, ήμασταν έρμαια της τύχης μας.
Εγώ με τον παντρεμένο Πέτρο, όσο τα ταίρια μας έκαναν τεχνικές ανώδυνου «ασανσέρ», αναπαριστούσαμε τη διαφήμιση ψάχνοντας σήμα στο κινητό. «Μέσα σε λίγα τετραγωνικά…», όπως ακουγόταν τώρα ο Πλούταρχος.
Ιδρώναμε, ξεϊδρώναμε. Κανείς για να μας απεγκλωβίσει. Παίρνει το λόγο ο Πέτρος. Σαν το τραγούδι του Βοσκόπουλου, «οι άνδρες δεν μιλούν πολύ, το δείχνουν με πράξεις». «Από αύριο θα μαζέψουμε υπογραφές για να ξηλώσουμε τα ηχεία του ραδιοφώνου από το ασανσέρ… Δεν πάει άλλο!», ελάλησε ο «παντρεμένος». Τουλάχιστον είχε τελειώσει ο Μπιθικωτσής…
Έτσι ξαφνικά, όπως σταμάτησε, έτσι ξεκίνησε το βρωμοασανσέρ… Είχαν περάσει όμως δύο ώρες. Τι να το κάνω; Πάει και η επέτειος, πάει και η έκπληξη, πάει και η Καμεράτα, πάνε όλα.
Πάλι ο εκκολαπτόμενος Φίλιπ Ροθ αμόλυσε την κοτσάνα του. «Έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα, δεν έρχεστε σπίτι να φτιάξω κάτι να φάμε;». «Ναι, ωραία ιδέα, γιατί αυτή η κλειστοφοβία μου έφερε μια πείνα. Ε, νινί; Εσύ δεν πεινάς;» Κατακόκκινος ο κύριος Νινί γούρλωσε τα μάτια και σήκωσε τους ώμους συγκαταβατικά.
Εκείνο το βράδυ ένας θεός ξέρει πως πέρασε. Με υπομονή, γιόγκα, που κάνει και η κ. Κοκοβίκου και πολύ κρασί. Κι όλο να τον βλέπω στο ποτήρι μου και πίνοντας να… τον θυμάμαι στην μία και μοναδική απόπειρα κερατώματος.
Τα ταίρια μας είχαν ταιριάξει… Ποιητής φαμφάρας, ο δικός μου και εκείνη ξιπασμένη ψευτοκουλτουριάρα να ανταλλάσουν απόψεις για ποιήματα του Καβάφη. «Οι βάρβαροι ήταν μια κάποια λύσις», όπως σοφά είχε γράψει ο ποιητής. Λες και προικονομούσε την ανάλυση του Ρούντολφ και της αφέντρας.
Φεύγοντας οι παντρεμένοι του 5ου προτίμησαν τις σκάλες. Για να γλιτώσουμε το μουσικό σχόλιο του ασανσέρ. Εγώ και ο Πέτρος συναντηθήκαμε ξανά την Δευτέρα στο άτυπο ραντεβού μας καθώς πηγαίναμε για δουλειά.
Και ο καιρός περνούσε. Μόνο τα βλέμματα πρόδιδαν ότι υπήρξε ανάμεσά μας ένα φλερτ, ένα κόρτε και τίποτα παραπάνω. Βρυχήθηκε, βέβαια, το τέρας με νερό που αντί να μας μεταφέρει από όροφο σε όροφο σχολίαζε ειρωνικά τη ζωή μας. «Παντρεμένοι και οι δύο γύρνα σε παρακαλώ…», μουσικό άσμα λαϊκό με την τσίμπλα στο μάτι. Απλά έριχνε λάδι στα αισθήματά μας.
Εγώ με τον παντρεμένο διακόψαμε κάθε είδους σχέση, ακόμη και διπλωματικές. Μόνο μια υπογραφή έβαλα σαν ιδιοκτήτρια του διαμερίσματος για να ξελαρυγγιάσουν το ενοχλητικό μουσικό κουτί του ασανσέρ.
Πείτε μου, όμως, εσείς σαν γυναίκες. Δεν θα σκεφτόσασταν να δώσετε μια ακόμη ευκαιρία σε αυτόν τον έρωτα που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μια μεγάλη αγάπη; Απλά την αφήναμε να φύγει. «Σαν χελιδονάκι μέσα στα χέρια… ήμουν αγέννητη ως τα χθες», θα προσέθετε το ασανσέρ.
Αχ, τελικά παιχνίδια που μας παίζει η ζωή. Από πρωταγωνιστές γινόμαστε κομπάσοι. Μεσημέρι. Σπάνια επέστρεφα σπίτι, αλλά η γρίπη με έχει καταρρακώσει. Ή μήπως το ανικανοποίητο στη ζωή μου; «Sex, wild sex...σε βλέπω και τρελλαίνομαι… sex, wild sex!», η μουσική υπόκρουση καθώς έκλεινε η πόρτα του ασανσέρ και άνοιγα την πόρτα του σπιτιού μου…
Η κυρία Κοκοβίκου, σύζυγος του «παντρεμένου» Πέτρου, να ιππεύει καταμεσής του σαλονιού μου, πάνω στο χαλί που ΕΓΩ είχα πληρώσει τον «δούρειο ίππο» του Ρούντολφ. Η Λούσι μου, ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας της παρανομίας τους, στο μπαλκόνι τιμωρία.
«Βρε αχαΐρευτε, που μου το έλεγε η μανούλα μου να μην σε πάρω. Ζώο όρθιο που πλήρωσα το βιβλίο σου για να μην σε πολτοποιήσουν, μου το παίζεις και γαμπρός; Και με πια με την άχρηστη γυναίκα του από πάνω μας που δεν είναι άξιος ούτε να την απατήσει;» Αυτά ήθελα να εκτοξεύσει το στοματάκι μου, αλλά πάλι η κυρία νίκησε την κατίνα μέσα μου.
Έκλεισα την πόρτα βαριά πίσω μου, στη ζωή μου. Μια γυναίκα φεύγει. Μια σωστή κυρία… Το μόνο που είπα πριν ήταν, «Να τη χαίρεσαι».
Στην κεντρική είσοδο της πολυκατοικίας συναντώ τον μέχρι πρότινος παράνομο δεσμό μου. Αλλά τελικά εμείς αποδειχθήκαμε όχι απλώς θύματα, αλλά τεράστια κορόιδα σε αυτή την ιστορία!
Ο «παντρεμένος» ξεκίνησε να μιλά για το λάθος μας που αφήσαμε μια αγάπη να χαθεί. Μια αγάπη… «προδομένη από τους συζύγους μας», του συμπληρώνω. Αποσβολώθηκε. «Ούτε για ένα κέρατο δεν ήμασταν ικανοί. Μα την έφεραν», το είπα.
Το ασανσέρ - Νότης Σφακιανάκης τραγουδούσε πάλι, «Πιο ξένοι κι από τους ξένους θα γίνεις… στο δρόμο αν με δεις θα κρυφτείς!»
Ο «παντρεμένος και κερατωμένος» Πέτρος ούρλιαξε θυμωμένα, «Θα τα σπάσω, θα τα σπάσω». Κατέβηκε σφαίρα τα σκαλιά προς το λεβητοστάσιο. Φοβήθηκα ότι θα γίνει κάποιο φονικό… Έτρεξα ξοπίσω του για να σώσω ότι σώζεται.
Πιάνει τα μεγάφωνα του ασανσέρ και τα πετάει με δύναμη στο πάτωμα. Πατάει πάνω τους, λες και αυτά έφταιγαν για την κατάντια μας. Βραχνιασμένα πια απαντούν με κοροϊδευτικό ύφος, «Πάρε τηλέφωνο τον κερατά, καλύτερα τώρα παρά μετά!»
Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ... EXCLUSIVE... Ολο το παρασκηνιο!
ΒΕΡΑ ΣΤΟ ΔΕΞΙ…
Η αρχή...
Είμαι κρυμμένη πίσω από τον θάμνο στο παρκάκι της γειτονιάς μου. Με τα μαύρα τεράστια γυαλιά μου και το μικρό μου τσιουάουα για κάλυψη.
Εκείνος με τη γυναίκα του. Φαίνεται είχαν πάει για ψώνια γιατί δεν τον βλέπω όπως είναι χωμένος πίσω από τις σακκούλες. Ακούγεται το κινητό του. «Άντε ακόμη να το σηκώσεις;», τον προστάζει η αφέντρα.
«Έλα, εγώ είμαι», λέω χαμηλόφωνα, «πότε θα έρθεις; Έχω ξεροσταλιάσει και ο άνδρας μου με έχει πάρει τέσσερις φορές μήπως χάθηκε η Λούσι…». «Ποια; Δεν σας ακούω καλά κύριε Γενικέ», το γνωστό σύνθημα. «Το σκυλί μας. Το έπιασα το σήμα. Πάρε με.»
Ακούω τη φωνή του καθώς χάνεται μέσα από τα βουητά του δρόμου να δικαιολογείται στην γυναίκα του. «Ο κύριος Γενικός ήταν. Απόψε μάλλον θα μας βγάλει έξω τα στελέχη της εταιρείας για να συζητήσουμε για το θέμα της… της… πες το» για να τον διακόψει απότομα η κυρία Κοκοβίκου, «Να σου πω φουα γκρα πήραμε; Γιατί δεν θέλω να λέει πάλι η βλάχα ότι… Συγγνώμη, μου έλεγες κάτι;».
Βιάζεστε να με χαρακτηρίσετε. Πού είναι η γυναικεία σας αλληλεγγύη; Το ξέρω είμαι αλλουνού είναι αλληνής, αλλά τι κι αν έχει βέρα – τι κι αν την φορώ κι εγώ μασίφ πλατίνα - τον σκέφτομαι όλη μέρα… Αγαπάω σαν παιδί αγαπάω και ώρες δύσκολες περνάω.
Αν δεν με καταλαβαίνετε εσείς, γυναίκες μου, ποιος θα με καταλάβει. Ένα σφάλμα έκανα, γιατί πρέπει να με δικάσετε; Ο έρωτας είναι τυφλός. Η αγάπη έρχεται μια φορά, αλλά μήπως έρχεται και δύο και τρεις και χίλιες δεκατρείς; Όχι, δεν θέλω να σας βάλω φιτιλιές να κάνετε το ίδιο, ούτε μου αρέσει που ο άνδρας μου, το μωράκι μου, το φως μου και η αγάπη μου έχει γίνει ο Ρούντολφ το ελαφάκι.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Είναι η ώρα 8 το πρωί. Βγαίνω από την πόρτα του διαμερίσματος και σχεδόν ντύνομαι στο διάδρομο. Το ασανσέρ σταματάει, αλλά δεν θα είμαι μόνη μέσα. Ο σύζυγος, ο Ρούντολφ, μου βάζει στο στόμα μια φρυγανιά έτσι για να μην φύγω με άδειο το στομαχάκι μου. Ο χρυσός μου όλα μου τα παρέχει!
Μέσα στο ασανσέρ συναντάω τον Πέτρο, τον «παντρεμένο» του 5ου ορόφου. «Καλημέρα», λέω με το στόμα γεμάτο. «Καλή όρεξη», λέει ο άνθρωπος σε μια γουρούνα πασαλειμμένη με μερέντα στη μύτη. Κάνω ένα νεύμα συγκαταβατικό. Λόγια του ασανσέρ…
Την επόμενη μέρα το ίδιο σκηνικό. Μόνο που η μερέντα έλειπε από την μύτη μου. «Καλημέρα, σήμερα δεν έχει φρυγανίτσα;» έτοιμη είμαι να του πω κανένα βαρύ, γιατί εγώ όλα τα ανέχομαι εκτός από την ειρωνεία. «Όχι.», σκέτο νέτο, και υπονοούσε αντί για καλημέρα την κακή του και την ψυχρή του.
Ξημέρωσε ο Θεός την ίδια μέρα, για μια εβδομάδα, για δεκαπέντε μέρες… Σαν να ζούσα την ημέρα της μαρμότας. Καμία διαφορά. Τυποποιημένα λόγια σε ένα άτυπο ραντεβού. Μόνο τα βλέμματα μιλούσαν και η μουσική του ασανσέρ που συνωμοτούσε σε βάρος μας, «Στο ασανσέρ που συναντιόμαστε, φανταζόμαστε να συμβαίνουν τα πιο τρελά…»
Την δέκατη έκτη μέρα έβαλε ο διαβολάκος την ουρά του στην προκειμένη περίπτωση η σκύλα μου η Λούσι. Την πήγα στο πάρκο. Είχα τσακωθεί άγρια με τον Ρούντολφ μου. Αιτία η καταστροφή την παρουσίασής μου. Εργασία μηνών. Κατανάλωση φαιάς ουσίας και απόσταγμα του ταλέντου μου, όλα εκεί. Και μέσα σε μια στιγμή… πάτησε ένα κουμπάκι που σκότωσε χιλιάδες Μανδαρίνους, αλλά για εκείνον δεν συνέτρεχε λόγος.
Ανταλλάξαμε λόγια βαριά. Που κάθεσαι όλη μέρα στο σπίτι και αντί να γράφεις την βγάζεις στο facebook. Γιατί ξέχασα να σας πω είναι συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο έγινε best seller… μόνο για το σόι μου που αγόρασε σχεδόν όλα τα αντίτυπα. Μην πληγωθεί ο γαμπρός τους ο συγγραφέας. Χώρια που χρειάστηκε να πληρώσω τον εκδότη για να μην πολτοποιήσουν τις ιδέες του πάλι…
Εκείνος με κατηγόρησε ότι δουλεύω πολλές ώρες, ότι δεν καταλαβαίνω τις ανάγκες του, ότι είμαι εγωίστρια και άλλα πιο βαριά.
Το κλάμα μου και η ανάγκη του σκύλου μου με έβγαλε στο πάρκο της γειτονιάς. Ο Πέτρος ο «παντρεμένος» γύριζε με μια εφημερίδα στο χέρι και τσιγάρα, πιθανόν από το περίπτερο. Είχα παρατηρήσει τις σπινθηροβόλες ματιές του μέσα στο ασανσέρ.
Πάντα το κλάμα προσελκύει έναν άνδρα και τον διώχνει επίσης, ανάλογα την περίπτωση. Τώρα με πλησίαζε. «Τι έχετε; Γιατί κλαίτε; Τι σας συμβαίνει;», έτοιμη ήμουν να του χιμήξω. «Άνδρες γουρούνια» σκεφτόμουν, αλλά τα μάτια του, το χαμόγελό του, η βραχνάδα της φωνής του με κράτησαν να τον κοιτάζω…
«Να, τίποτα, κάτι μπήκε στο μάτι μου», οι γνωστές κλισαδούρες. Θεέ μου τι έλεγα! Κι εκείνος να με κοιτά στα μάτια σαν να με σκανάρει. Διαισθάνθηκα ότι διάβαζε και την πιο μύχια σκέψη μου. «Πάντως ότι και να είναι θα περάσει...», συνέχισε, «Ελάτε πάμε για ένα καφέ εδώ πιο κάτω!»
Κουβέντα στην κουβέντα ο καφές έγινε φαγητό, μετά ήρθε το γλυκό και ξανά καφές και ούτω κάθε εξής. Μας πήρε η νύχτα να μιλάμε για τα κοινά μας ενδιαφέροντα, τον μοντελισμό, την ποίηση, το θέατρο και να σχολιάζουμε την Ματσούκα στους Βατράχους το καλοκαίρι στην Επίδαυρο. Ήταν κι αυτός εκεί!
Πάλι ο Ρούντολφ έλειπε, γιατί προτίμησε να πάει στην παρουσίαση βιβλίου στον Ιανό για το είδωλο του τον Φίλιπ Ροθ.
Αυτή η συνάντηση τυχαία επαναλήφθηκε πολλές φορές. Θα μου πείτε πάνω από δύο παύει να είναι τυχαία. Με παρακολουθούσε…
Τι να κάνουμε αν και στους τέσσερις τοίχους κλεισμένη το σουξέ μας το έχουμε! Κι αυτό μου είχε τονώσει την αυτοπεποίθησή μου. Μόνο ένα με κρατούσε. Η βέρα στο δεξί.
Με τα λόγια του… Αυτά τα λόγια του, έμοιαζαν με τα λόγια τη πλώρης του Καρκαβίτσα και έτσι έπεσε και το τελευταίο οχυρό! Οι ηθικοί μου φραγμοί!
Παιδιά, σκυλιά δεν είχαμε – εντάξει, εντάξει, πάψε Λούσι σε ακούσαμε. Παιδιά δεν είχαμε, εγώ είχα σκυλί – σου αρέσει τώρα; Οκ - το μοναδικό εμπόδιο για να ολοκληρώσουμε τον έρωτά μας ήταν η βέρα… Την βγάλαμε και οι δύο και ησυχάσαμε. Μόνο η κ. Kοκοβίκου διαμαρτυρήθηκε για λίγο, αφού με την καινούρια της Louis Vuitton το ξέχασε με τη μία.
Ο ταρανδούλης μου ούτε που το πρόσεξε. Μόνο αν κάτι τέτοιο το είχε κάνει ο Φίλιπ Ροθ. Κι ο έρωτας μου φούντωνε, πιο πολύ μέρα με τη μέρα.
«Παράνομος κι αν είναι ο δεσμός μας εμείς τον δέσαμε με αγάπη κι αισθήματα… Τώρα θα μας καταδικάσει η κοινωνία και τους δύο μας; Εμείς θα πούμε της καρδιάς είμαστε θύματα»
Μην μου πείτε ότι δεν σας έχει τύχει, έστω να φλερτάρετε απανταχού παντρεμένες, γιατί δεν θα σας πιστέψει κανείς…
Δίναμε ραντεβού στο γνωστό παρκάκι που είμαι τώρα… Το συνθηματικό μου, αν ήταν μπροστά ο Ρούντολφ για να κλείσει το τηλέφωνο, «Δεν ακούγεσαι, δεν ακούγεσαι ξανά πάρε μαμά…» κι εκείνος «Κύριε Γενικέ…», δερβέναγα στο κεφάλι μου, συμπλήρωνα και γελούσε δήθεν με το αστείο του Γενικού.
Μέχρι που μας έπιασε ο άνδρας μου. Μην φανταστείτε επ’ αυτοφώρω και να φωνάζει «Μοιχαλίδα, θα σε κουρέψω», γιατί λόγω συγγραφικής αδείας μπορεί και να το έκανε… Αλλά έγινε κάτι πιο απλό. Ο «παντρεμένος» με πήρε τηλέφωνο. Εγώ έλεγα το συνθηματικό της άσκησης Παρμενίον κι η μαμά μου είχε καλέσει στο σταθερό και μιλούσε μαζί του.
Το μπάλωσα. Με χίλιες δικαιολογίες. Δήθεν ήταν η Φούλα από το γραφείο που έχει παρόμοιο τηλέφωνο με την μαμά και μπερδεύτηκα.
Τι γίνεται, όμως, όταν ο «παντρεμένος» βρέθηκε να απολογείται στην κυρία Κοκοβίκου γιατί ο κ. Γενικός τηλεφωνούσε στο κινητό του, ενώ βρισκόταν καλεσμένος σε πάνελ ενημερωτικής εκπομπής; Μαγνητοσκοπημένη δεν ήταν. Αποδείχθηκε από τις τηλεφωνικές επικοινωνίες.
Ακούγαμε από τον 5ο όροφο στον 3ο να σπάνε τα βάζα όλης της γνωστής κινέζικης δυναστείας των Χαν και τα κρύσταλλα Βοημίας που είχαν κουβαλήσει από το γαμήλιο ταξίδι τους. Ενώ συνοδευόταν κάθε σπάσιμο με κοσμητικά επίθετα και μαθήματα ζωολογίας, με πρωταγωνιστές τα «γουρούνια» και την κατηγορία των παχύδερμων.
Ποινή που του επιβλήθηκε; Καναπές, αφωνία μπροστά της και σαν άλλη Φιλιππινέζα έπρεπε να λέει σε όλα «Yes Madam!».
Εμένα ποινή; Φυσικά και δεν του επέβαλα του πρώην μωρού μου, της πρώην αγάπης μου. Κι αυτός κάτι σαν να ψιθύρισε, «Μήπως θα μπορούσες να ξαναφορέσεις τη βέρα σου…», αλλά το βλέμμα μου δεν του άφησε περιθώρια.
Είμαι στο παρκάκι. Η μπόρα έχει κοπάσει στις σχέσεις μας. Ο κ. Γενικός ξαναγύρισε στη ζωή μας. Τον περιμένω. Έχω να ανακοινώσω στον «παντρεμένο» ότι ήρθε η στιγμή να ενώσουμε σώματα και κρανία!
Καταφθάνει. Αγχωμένος όπως πάντα. Ρίχνει μια κλεφτή ματιά μήπως τον έχει ακολουθήσει η γυναίκα του. Φοράει τα γυαλιά του. «Αγάπη μου, τι σου έχω; Έκπληξη!», λέω γεμάτη χαρά.
Όπως, σε ένα φτηνό ξενοδοχείο να τρυπώσουμε και από το βράδυ ως το πρωί να ξεφαντώσουμε. Να κάνουμε αγκαλιές και φιλιά και άλλα κόλπα ερωτικά… Εκείνος στον 7ο ουρανό, τραγουδούσε ντουέτο με Πανταζή.
Κανονίζουμε. Η δικαιολογία κλασική εικονογραφημένη: «Αγάπη μου, θα αργήσω στο γραφείο. Έχουμε πολλή δουλειά. Αν πεινάσεις φάει!»
Για μένα μαύρα γυαλιά και μαντήλι, σαν τσαντόρ για να μην με δει κανένα μάτι. Μύριζα ότι ήμουν παντρεμένη από μακριά. Εκείνος σηκωμένους γιακάδες και καμπαρντίνα. Ο Τραβόλτα που έφερνε βόλτα, μην είναι κανένας γνωστός! Κωδικό όνομα: Παπαδόπουλος. Αριθμός δωματίου 335. Εννοείται ότι μπήκαμε χωριστά.
Το φτηνό ξενοδοχείο αποδείχθηκε λιγάκι πιο ακριβό, για να μην μας δει κανένα μάτι. Σουίτα, με σαμπάνιες και φράουλες… Αλλά το άγχος μας δεν μας άφηνε να χαρούμε τη στιγμή. Στα πρώτα φιλιά ζεστάθηκε η ατμόσφαιρα, αλλά το κινητό με φωνητική ειδοποίηση μας διέκοψε, «Νινί, νινί», επαναλάμβανε μια φωνή από computer.
Πίνουμε ένα ποτηράκι, έτσι για να χαλαρώσουμε… Αρχίζουμε ξανά. Φιλάκια, χαδάκι κι άλλες ζαβολιές. Χτυπάει η πόρτα. Τρομάρα που πήραμε. Έτοιμοι ήμασταν να αναφωνήσουμε, «Δεν κάναμε τίποτα… Δεν είναι αυτό που νομίζετε.»
Μια ανδρική φωνή μας ειδοποιεί, «Room service». Μα δεν παραγγείλαμε τίποτα, θα απαντήσουμε. Φεύγει. Πώς να συνεχίσουμε. Σταμάτα, ξεκίνα θα καεί η φλάτζα. Τρίτη και φαρμακερή… Ξανά το τηλέφωνο, «Νινί, νινί».
Ο ανδρικός εγωισμός που ήταν χαμηλά, πολύ χαμηλά ήταν πιο πεσμένος κι από τον Dow Jones μετά το κραχ της Wall Street.
Μαζέψαμε τα παντρεμένα κομμάτια μας και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. «Τυχερός ο άνδρας σου», μου λέει. «Αμ, η δική σου, ούτε για ένα κέρατο δεν είμαι άξια…»
Ο «παντρεμένος» είχε ξαναφορέσει τη βέρα στο δεξί. «Μήπως να το αφήσουμε…» άφησε να αιωρείται στον αέρα. Η απάντηση ήρθε από τη μουσική του ασανσέρ… «Τα λόγια είναι περιττά, την ώρα που χωρίζουμε…»
Συνεχίζεται…
Είμαι κρυμμένη πίσω από τον θάμνο στο παρκάκι της γειτονιάς μου. Με τα μαύρα τεράστια γυαλιά μου και το μικρό μου τσιουάουα για κάλυψη.
Εκείνος με τη γυναίκα του. Φαίνεται είχαν πάει για ψώνια γιατί δεν τον βλέπω όπως είναι χωμένος πίσω από τις σακκούλες. Ακούγεται το κινητό του. «Άντε ακόμη να το σηκώσεις;», τον προστάζει η αφέντρα.
«Έλα, εγώ είμαι», λέω χαμηλόφωνα, «πότε θα έρθεις; Έχω ξεροσταλιάσει και ο άνδρας μου με έχει πάρει τέσσερις φορές μήπως χάθηκε η Λούσι…». «Ποια; Δεν σας ακούω καλά κύριε Γενικέ», το γνωστό σύνθημα. «Το σκυλί μας. Το έπιασα το σήμα. Πάρε με.»
Ακούω τη φωνή του καθώς χάνεται μέσα από τα βουητά του δρόμου να δικαιολογείται στην γυναίκα του. «Ο κύριος Γενικός ήταν. Απόψε μάλλον θα μας βγάλει έξω τα στελέχη της εταιρείας για να συζητήσουμε για το θέμα της… της… πες το» για να τον διακόψει απότομα η κυρία Κοκοβίκου, «Να σου πω φουα γκρα πήραμε; Γιατί δεν θέλω να λέει πάλι η βλάχα ότι… Συγγνώμη, μου έλεγες κάτι;».
Βιάζεστε να με χαρακτηρίσετε. Πού είναι η γυναικεία σας αλληλεγγύη; Το ξέρω είμαι αλλουνού είναι αλληνής, αλλά τι κι αν έχει βέρα – τι κι αν την φορώ κι εγώ μασίφ πλατίνα - τον σκέφτομαι όλη μέρα… Αγαπάω σαν παιδί αγαπάω και ώρες δύσκολες περνάω.
Αν δεν με καταλαβαίνετε εσείς, γυναίκες μου, ποιος θα με καταλάβει. Ένα σφάλμα έκανα, γιατί πρέπει να με δικάσετε; Ο έρωτας είναι τυφλός. Η αγάπη έρχεται μια φορά, αλλά μήπως έρχεται και δύο και τρεις και χίλιες δεκατρείς; Όχι, δεν θέλω να σας βάλω φιτιλιές να κάνετε το ίδιο, ούτε μου αρέσει που ο άνδρας μου, το μωράκι μου, το φως μου και η αγάπη μου έχει γίνει ο Ρούντολφ το ελαφάκι.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Είναι η ώρα 8 το πρωί. Βγαίνω από την πόρτα του διαμερίσματος και σχεδόν ντύνομαι στο διάδρομο. Το ασανσέρ σταματάει, αλλά δεν θα είμαι μόνη μέσα. Ο σύζυγος, ο Ρούντολφ, μου βάζει στο στόμα μια φρυγανιά έτσι για να μην φύγω με άδειο το στομαχάκι μου. Ο χρυσός μου όλα μου τα παρέχει!
Μέσα στο ασανσέρ συναντάω τον Πέτρο, τον «παντρεμένο» του 5ου ορόφου. «Καλημέρα», λέω με το στόμα γεμάτο. «Καλή όρεξη», λέει ο άνθρωπος σε μια γουρούνα πασαλειμμένη με μερέντα στη μύτη. Κάνω ένα νεύμα συγκαταβατικό. Λόγια του ασανσέρ…
Την επόμενη μέρα το ίδιο σκηνικό. Μόνο που η μερέντα έλειπε από την μύτη μου. «Καλημέρα, σήμερα δεν έχει φρυγανίτσα;» έτοιμη είμαι να του πω κανένα βαρύ, γιατί εγώ όλα τα ανέχομαι εκτός από την ειρωνεία. «Όχι.», σκέτο νέτο, και υπονοούσε αντί για καλημέρα την κακή του και την ψυχρή του.
Ξημέρωσε ο Θεός την ίδια μέρα, για μια εβδομάδα, για δεκαπέντε μέρες… Σαν να ζούσα την ημέρα της μαρμότας. Καμία διαφορά. Τυποποιημένα λόγια σε ένα άτυπο ραντεβού. Μόνο τα βλέμματα μιλούσαν και η μουσική του ασανσέρ που συνωμοτούσε σε βάρος μας, «Στο ασανσέρ που συναντιόμαστε, φανταζόμαστε να συμβαίνουν τα πιο τρελά…»
Την δέκατη έκτη μέρα έβαλε ο διαβολάκος την ουρά του στην προκειμένη περίπτωση η σκύλα μου η Λούσι. Την πήγα στο πάρκο. Είχα τσακωθεί άγρια με τον Ρούντολφ μου. Αιτία η καταστροφή την παρουσίασής μου. Εργασία μηνών. Κατανάλωση φαιάς ουσίας και απόσταγμα του ταλέντου μου, όλα εκεί. Και μέσα σε μια στιγμή… πάτησε ένα κουμπάκι που σκότωσε χιλιάδες Μανδαρίνους, αλλά για εκείνον δεν συνέτρεχε λόγος.
Ανταλλάξαμε λόγια βαριά. Που κάθεσαι όλη μέρα στο σπίτι και αντί να γράφεις την βγάζεις στο facebook. Γιατί ξέχασα να σας πω είναι συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο έγινε best seller… μόνο για το σόι μου που αγόρασε σχεδόν όλα τα αντίτυπα. Μην πληγωθεί ο γαμπρός τους ο συγγραφέας. Χώρια που χρειάστηκε να πληρώσω τον εκδότη για να μην πολτοποιήσουν τις ιδέες του πάλι…
Εκείνος με κατηγόρησε ότι δουλεύω πολλές ώρες, ότι δεν καταλαβαίνω τις ανάγκες του, ότι είμαι εγωίστρια και άλλα πιο βαριά.
Το κλάμα μου και η ανάγκη του σκύλου μου με έβγαλε στο πάρκο της γειτονιάς. Ο Πέτρος ο «παντρεμένος» γύριζε με μια εφημερίδα στο χέρι και τσιγάρα, πιθανόν από το περίπτερο. Είχα παρατηρήσει τις σπινθηροβόλες ματιές του μέσα στο ασανσέρ.
Πάντα το κλάμα προσελκύει έναν άνδρα και τον διώχνει επίσης, ανάλογα την περίπτωση. Τώρα με πλησίαζε. «Τι έχετε; Γιατί κλαίτε; Τι σας συμβαίνει;», έτοιμη ήμουν να του χιμήξω. «Άνδρες γουρούνια» σκεφτόμουν, αλλά τα μάτια του, το χαμόγελό του, η βραχνάδα της φωνής του με κράτησαν να τον κοιτάζω…
«Να, τίποτα, κάτι μπήκε στο μάτι μου», οι γνωστές κλισαδούρες. Θεέ μου τι έλεγα! Κι εκείνος να με κοιτά στα μάτια σαν να με σκανάρει. Διαισθάνθηκα ότι διάβαζε και την πιο μύχια σκέψη μου. «Πάντως ότι και να είναι θα περάσει...», συνέχισε, «Ελάτε πάμε για ένα καφέ εδώ πιο κάτω!»
Κουβέντα στην κουβέντα ο καφές έγινε φαγητό, μετά ήρθε το γλυκό και ξανά καφές και ούτω κάθε εξής. Μας πήρε η νύχτα να μιλάμε για τα κοινά μας ενδιαφέροντα, τον μοντελισμό, την ποίηση, το θέατρο και να σχολιάζουμε την Ματσούκα στους Βατράχους το καλοκαίρι στην Επίδαυρο. Ήταν κι αυτός εκεί!
Πάλι ο Ρούντολφ έλειπε, γιατί προτίμησε να πάει στην παρουσίαση βιβλίου στον Ιανό για το είδωλο του τον Φίλιπ Ροθ.
Αυτή η συνάντηση τυχαία επαναλήφθηκε πολλές φορές. Θα μου πείτε πάνω από δύο παύει να είναι τυχαία. Με παρακολουθούσε…
Τι να κάνουμε αν και στους τέσσερις τοίχους κλεισμένη το σουξέ μας το έχουμε! Κι αυτό μου είχε τονώσει την αυτοπεποίθησή μου. Μόνο ένα με κρατούσε. Η βέρα στο δεξί.
Με τα λόγια του… Αυτά τα λόγια του, έμοιαζαν με τα λόγια τη πλώρης του Καρκαβίτσα και έτσι έπεσε και το τελευταίο οχυρό! Οι ηθικοί μου φραγμοί!
Παιδιά, σκυλιά δεν είχαμε – εντάξει, εντάξει, πάψε Λούσι σε ακούσαμε. Παιδιά δεν είχαμε, εγώ είχα σκυλί – σου αρέσει τώρα; Οκ - το μοναδικό εμπόδιο για να ολοκληρώσουμε τον έρωτά μας ήταν η βέρα… Την βγάλαμε και οι δύο και ησυχάσαμε. Μόνο η κ. Kοκοβίκου διαμαρτυρήθηκε για λίγο, αφού με την καινούρια της Louis Vuitton το ξέχασε με τη μία.
Ο ταρανδούλης μου ούτε που το πρόσεξε. Μόνο αν κάτι τέτοιο το είχε κάνει ο Φίλιπ Ροθ. Κι ο έρωτας μου φούντωνε, πιο πολύ μέρα με τη μέρα.
«Παράνομος κι αν είναι ο δεσμός μας εμείς τον δέσαμε με αγάπη κι αισθήματα… Τώρα θα μας καταδικάσει η κοινωνία και τους δύο μας; Εμείς θα πούμε της καρδιάς είμαστε θύματα»
Μην μου πείτε ότι δεν σας έχει τύχει, έστω να φλερτάρετε απανταχού παντρεμένες, γιατί δεν θα σας πιστέψει κανείς…
Δίναμε ραντεβού στο γνωστό παρκάκι που είμαι τώρα… Το συνθηματικό μου, αν ήταν μπροστά ο Ρούντολφ για να κλείσει το τηλέφωνο, «Δεν ακούγεσαι, δεν ακούγεσαι ξανά πάρε μαμά…» κι εκείνος «Κύριε Γενικέ…», δερβέναγα στο κεφάλι μου, συμπλήρωνα και γελούσε δήθεν με το αστείο του Γενικού.
Μέχρι που μας έπιασε ο άνδρας μου. Μην φανταστείτε επ’ αυτοφώρω και να φωνάζει «Μοιχαλίδα, θα σε κουρέψω», γιατί λόγω συγγραφικής αδείας μπορεί και να το έκανε… Αλλά έγινε κάτι πιο απλό. Ο «παντρεμένος» με πήρε τηλέφωνο. Εγώ έλεγα το συνθηματικό της άσκησης Παρμενίον κι η μαμά μου είχε καλέσει στο σταθερό και μιλούσε μαζί του.
Το μπάλωσα. Με χίλιες δικαιολογίες. Δήθεν ήταν η Φούλα από το γραφείο που έχει παρόμοιο τηλέφωνο με την μαμά και μπερδεύτηκα.
Τι γίνεται, όμως, όταν ο «παντρεμένος» βρέθηκε να απολογείται στην κυρία Κοκοβίκου γιατί ο κ. Γενικός τηλεφωνούσε στο κινητό του, ενώ βρισκόταν καλεσμένος σε πάνελ ενημερωτικής εκπομπής; Μαγνητοσκοπημένη δεν ήταν. Αποδείχθηκε από τις τηλεφωνικές επικοινωνίες.
Ακούγαμε από τον 5ο όροφο στον 3ο να σπάνε τα βάζα όλης της γνωστής κινέζικης δυναστείας των Χαν και τα κρύσταλλα Βοημίας που είχαν κουβαλήσει από το γαμήλιο ταξίδι τους. Ενώ συνοδευόταν κάθε σπάσιμο με κοσμητικά επίθετα και μαθήματα ζωολογίας, με πρωταγωνιστές τα «γουρούνια» και την κατηγορία των παχύδερμων.
Ποινή που του επιβλήθηκε; Καναπές, αφωνία μπροστά της και σαν άλλη Φιλιππινέζα έπρεπε να λέει σε όλα «Yes Madam!».
Εμένα ποινή; Φυσικά και δεν του επέβαλα του πρώην μωρού μου, της πρώην αγάπης μου. Κι αυτός κάτι σαν να ψιθύρισε, «Μήπως θα μπορούσες να ξαναφορέσεις τη βέρα σου…», αλλά το βλέμμα μου δεν του άφησε περιθώρια.
Είμαι στο παρκάκι. Η μπόρα έχει κοπάσει στις σχέσεις μας. Ο κ. Γενικός ξαναγύρισε στη ζωή μας. Τον περιμένω. Έχω να ανακοινώσω στον «παντρεμένο» ότι ήρθε η στιγμή να ενώσουμε σώματα και κρανία!
Καταφθάνει. Αγχωμένος όπως πάντα. Ρίχνει μια κλεφτή ματιά μήπως τον έχει ακολουθήσει η γυναίκα του. Φοράει τα γυαλιά του. «Αγάπη μου, τι σου έχω; Έκπληξη!», λέω γεμάτη χαρά.
Όπως, σε ένα φτηνό ξενοδοχείο να τρυπώσουμε και από το βράδυ ως το πρωί να ξεφαντώσουμε. Να κάνουμε αγκαλιές και φιλιά και άλλα κόλπα ερωτικά… Εκείνος στον 7ο ουρανό, τραγουδούσε ντουέτο με Πανταζή.
Κανονίζουμε. Η δικαιολογία κλασική εικονογραφημένη: «Αγάπη μου, θα αργήσω στο γραφείο. Έχουμε πολλή δουλειά. Αν πεινάσεις φάει!»
Για μένα μαύρα γυαλιά και μαντήλι, σαν τσαντόρ για να μην με δει κανένα μάτι. Μύριζα ότι ήμουν παντρεμένη από μακριά. Εκείνος σηκωμένους γιακάδες και καμπαρντίνα. Ο Τραβόλτα που έφερνε βόλτα, μην είναι κανένας γνωστός! Κωδικό όνομα: Παπαδόπουλος. Αριθμός δωματίου 335. Εννοείται ότι μπήκαμε χωριστά.
Το φτηνό ξενοδοχείο αποδείχθηκε λιγάκι πιο ακριβό, για να μην μας δει κανένα μάτι. Σουίτα, με σαμπάνιες και φράουλες… Αλλά το άγχος μας δεν μας άφηνε να χαρούμε τη στιγμή. Στα πρώτα φιλιά ζεστάθηκε η ατμόσφαιρα, αλλά το κινητό με φωνητική ειδοποίηση μας διέκοψε, «Νινί, νινί», επαναλάμβανε μια φωνή από computer.
Πίνουμε ένα ποτηράκι, έτσι για να χαλαρώσουμε… Αρχίζουμε ξανά. Φιλάκια, χαδάκι κι άλλες ζαβολιές. Χτυπάει η πόρτα. Τρομάρα που πήραμε. Έτοιμοι ήμασταν να αναφωνήσουμε, «Δεν κάναμε τίποτα… Δεν είναι αυτό που νομίζετε.»
Μια ανδρική φωνή μας ειδοποιεί, «Room service». Μα δεν παραγγείλαμε τίποτα, θα απαντήσουμε. Φεύγει. Πώς να συνεχίσουμε. Σταμάτα, ξεκίνα θα καεί η φλάτζα. Τρίτη και φαρμακερή… Ξανά το τηλέφωνο, «Νινί, νινί».
Ο ανδρικός εγωισμός που ήταν χαμηλά, πολύ χαμηλά ήταν πιο πεσμένος κι από τον Dow Jones μετά το κραχ της Wall Street.
Μαζέψαμε τα παντρεμένα κομμάτια μας και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. «Τυχερός ο άνδρας σου», μου λέει. «Αμ, η δική σου, ούτε για ένα κέρατο δεν είμαι άξια…»
Ο «παντρεμένος» είχε ξαναφορέσει τη βέρα στο δεξί. «Μήπως να το αφήσουμε…» άφησε να αιωρείται στον αέρα. Η απάντηση ήρθε από τη μουσική του ασανσέρ… «Τα λόγια είναι περιττά, την ώρα που χωρίζουμε…»
Συνεχίζεται…
Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010
Να χτυπούν τα τακουνάκια...
Στο τσιμέντο, στα πλακάκια, τα "κόκκινα χαλιά" και στις "Τρύπες". Και χτυπούν στον ρυθμό της καρδιάς τους. Όλα φωνάζουν "κύριε Πέτρεεεεεεε". Μόνο μια προειδοποίηση αναβοσβήνει στο τακουνάκι μας, τσοκαράκια μου, Warning σαν το αγαπημένο τραγούδι μας αυτή την περίοδο. Και ξέρετε κάτι το λένε και Έλληνες.
Είπαμε μπορεί να μην είμαστε ροκ, αλλά σίγουρα είμαστε stilletos τσόκαρα γι' αυτό δεν θα μπορούσαμε να μην τα χτυπούμε για χάρη των Need's, all we need at the moment. Μοιραστειτε τη χαρά μας, κάπως ανατρεπτικά όπως μας ταιριάζει.
Mια ανάσα από τον Πέτρο!
Τσοκαράκια μου αγαπημένα, σε εσάς το λέω, που έχω μοιράστει τόσα και τόσα το τελευταίο διάστημα. Βρίσκομαι στην ευχάριστη θέση να σας πω ότι είμαι μια ανάσα από τον Πέτρο του καλοκαιρού, το αγόρι με τον ήλιο στα μαλλιά.
Τι ανείπωτη χαρά με πλημμυρίζει; Λέτε να δώσει ο Θεός, όχι ο Louboutin ο άλλος, και να ξανασταθώ μπροστά του; Χωρίς τα τακούνια, αφού μου αρέσει που είναι τόσο ψηλός και χρειάζεται να σηκώνομαι στις μύτες μου για να τον αγκαλιάσω.
Να χώσω τα δάχτυλά μου στα χρυσά του μαλλιά, να χαθώ μέσα στα γαλανά του μάτια και κάπου εκεί να αναφωνήσει με την ζεστή βαθιά του φωνή, "Αγγελέ μου".
Λέτε τσοκαράκια μου, όσα μου απομείνατε να διαβάζετε τις τσοκαρίες μου, να βρεθώ ξανά μαζί του; Σαν πολύ δεν κράτησε το "Αντε Γεια" μας; Τα δρακόντεια μέτρα του Πέτρου κατά της τσοκαρίας μας;
Εμείς είμαστε η εξαίρεση σε όλα όσα έχει ζήσει, γι' αυτό ελπίζουμε να τους πατήσει τους κανόνες του. Εξάλλου γι' αυτό δεν είναι οι κανόνες, για να παραβιάζονται. Όπως το γνωστό "Από Δευτέρα δίαιτα" ή "Δεν θέλω να σου ξαναμιλήσω ποτέ", στα οποία ενδίδουμε ξανά και ξανά και ξανά.
Θα τους άρει ο Πέτρος του καλοκαιριού, μόλις ξαναδει τα τακουνάκια μου να του κάνουν σήματα Μορς, "Μα για να του κάνουμε εντύπωση dear".
Υπάρχουν στοιχεία πια, ντοκουμέντα, δεν είναι απλά ένας ευσεβής πόθος μας. Τι συγκλόνισαν τα τακουνάκια μας και κόντεψαν να σπάσουν; Ο Πέτρος, ο ανεκπλήρωτος έρωτας μας, ο άνθρωπος που μίλησε στην ψυχή μας περισσότερο και από την "φωνή", μέσα σε μόλις μία ώρα, μαζί με την αναζήτηση... Αχ, τι θυμήθηκα! Αυτός ο άνθρωπος αυτός, που θα μπορούσε να είναι ο άλλος μου εαυτός, είναι τόσο δίπλα μου.
Η αλήθεια είναι ότι είχα παραδώσει τα όπλα, είχα αποφασίσει να μην αφήσω τα τακουνάκια μου να στραβοπατήσουν ξανά για χάρη του, εκεί ο Θεός, είπαμε όχι ο Louboutin αλλά ο άλλος, έδωσε ένα του σημάδι μόνο... έτσι για να ζω.
Άλλη μια βραδιά από εκείνες που η αργία τέχνας κατεργάζεται, κοίταζα τους φίλους της πρώην συμμαθήτριάς μου Σοφίας, παιδικής μου φίλης και "πολύ jet", όπως συνήθιζε να λέει, όταν να... μπροστά στα γουρλωμένα μου μάτια - για να βλέπω καλύτερα - τσοκαράκια μου, φιγουράρει πρώτος πρώτος ο μικρός αδελφός του Πέτράν... Ο κλώνος του με πράσινα μάτια. Το Αvatar του και μάλιστα σε 3D χωρίς τα γυαλιά.
Πόσο μικρός είναι , όχι ο αδελφός του καλέ, ο κόσμος. Τόσος δα. Μια σταλιά και δεν με χωράει.
Στο άδειο σπίτι, μεσάνυχτα και κάτι, φώναζα "Κύριε Πέτρεεεεεεεε" και θαρρώ για πρωτη φορά, σαν να άκουσαν να μου απαντά "Έλα". Βρήκα μια άκρη τελικά από το μίτο του Πέτρου. Μας χωρίζει μόνο μια ανάσα. Σαν την καυτή του ανάσα πάνω στον λαιμό μου στα Μηττάτα, μόλις μια ανάσα πριν το τέλος.
Είναι τελικά το Κάρμα μου, το κισμέτ, της μοίρας μου το γραφτό, ο κύκλος με την κιμωλία που δεν έκλεισε καλά. Θα τα ξαναπούμε, τώρα είμαστε μόνο μια ανάσα. Μια βαθιά εισπνοή λοιπόν και μακροβούτι για να με βγάλουν οι μοίρες, καθώς κλώθουν τη ζωή μου,ο Ποσειδώνας ανακατεύοντας τα νερά με την τρίαινά του, στον Πέτρο του καλοκαιριού. Μια ανάσα από το να τον κερδίσω. Το μόνο που θα αποφύγω αυτή τη φορά είναι να ξαναγίνω Τακης Τσουκαλάς με κορμί Κάτιας Ζυγούλη. Δεν θα ξαναπώ "Άντε Γεια" Πέτρο μου, δεν θα ξαναπώ "Αντε Γεια".
Λέτε σύντομα να έχουμε το "ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ" (φτου, φτου μακριά) B' κύκλος με happy end;
Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2010
Αφήστε με μόνη...
Τσοακράκια μου, πάλι έχω τις κλειστές μου. Δεν θέλω να βλέπω κανέναν. Όλοι μου οι φίλοι με πρόδωσαν. Κι όσοι δεν ήταν φίλοι μου και οι κολλητοί. Όσο για τους πρώτους απαιτήσεις δεν είχα, αλλά από τους δεύτερους;
Μόνη διέξοδος το facebook. Είσαι συνδεδεμένος ανα πάσα ώρα και στιγμή με ανθρώπους και μπορείς να ανταλλάξεις μια κουβέντα. Γιατί αν περιμένεις από τους άλλους... έλεος!
Χωρίς δουλειά, χωρίς φίλους, χωρίς τακούνια... τι ζωή κι αυτή τσοκαράκια μου!
Δεν θέλω να βλέπω κανέναν, αφού αποδείχθηκαν όλοι τους πολύ λίγοι.
Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010
Σερραϊκά νούμερα... συνέχεια
Ο Μαλάκας τέλος...
Ο Μαλάκας διαβάζει τσοκαρίες και μας τηλερφώνησε. Πάνω που δίνει μια χαρά, όπως όλοι οι μαλάκες, στο πενταπλάσιο την παίρνει πίσω. "Σε λυπήθηκα. Ξεφτιλίζεσαι..." Αν είναι έτσι καλύτερα να μην μας πάρεις καν... άσε μας στον πόνο μας, έχουμε συνηθίσει. Όταν κάνεις κάτι πρέπει να το κάνεις με την καρδιά σου, αλλιώς μην το κάνεις καθόλου.
Παραδέχτηκε ότι μας έκλεψε σχετικά με τον τίτλο της ραδιο-φονικής του εκπομπής. Αλήθεια είναι, γιατί να το κρύψει άλλωστε. "Πες μου τσοκαράκι μου, που ο νους σου κατεβάζει ένα μεγάλο λάχανο πόσους ντολμάδες βγάζει;" ρώτησε για τον τίτλο της εκπομπής και απαντήσαμε "Hard rock Alleluia". Καλή επιτυχία, δεν ζητάμε και τα ευσημα. Μεταξύ μας όμως ειλικρίνεια, αφού τίποτα αλλο δεν υπάρχει.
Ειναι αληθές πως δεν είμαστε και τα πιο σταθερά, στις απόψεις τους, όχι στην ισσοροπία τσοκαράκια, αλλά αυτή τη φορά ΤΕΛΟΣ. Δεν οφελεί να αναλώνουμε το χρόνο μας σε ανθρώπους, οι οποίοι μαλάκα δεν εκτιμούν τίποτα. Μείνε στον ροκ μικρόκοσμό σου, να ονειρεύεσαι να κατακτήσεις όλο τον κόσμο και στο κοριτσάκι σου που "αν αδίκω πληγώσαμε". Το μόνο που δεν θέλουμε είναι να μας λυπάσαι, σου την επιστρέφουμε τη "λύπηση". Α, κάτι ακόμη, τσόκαρα είμαστε θα ξεφτιλιζόμαστε ΟΣΟ θέλουμε και ΟΣΟ αντέχουμε.
Μάθε όμως τη διαφορά της έννοιας "τσοκαρία" από "κατίνα". Γιατί το δεύτερο δεν υπήρξαμε, ούτε θα γίνουμε τώρα στα γεράματα. Αντίο, εσύ χάνεις, που μας χάνεις. Αυτό θα το θυμάσαι κανένα βράδυ όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με τις ερινύες σου. Αφού καλά δεν μας φέρθηκες.
Ως κύκνειο άσμα σου αφιερώνουμε τον ύμνο σου, Μαλάκα. "Είπες λόγια στη μέση που παράτησες... ενώ εμείς ξέρεις ότι και 500χλμ κάναμε για σένα! Εσύ είσαι μόνο θεωρία!"
"Η κατάρα των singles"
Τσοκαράκια μου, ποτέ δεν φανταζόμουν ότι είναι κατάρα να είσαι single εν έτει 2010. Σήριαλ, βιβλία, γυναικείες στήλες ανέλυαν πόσο απάνθρωπη είναι η κοινωνία μας απένταντι στους ανθρώπους, οι οποίοι είτε από φύση και θέση είτε από ατυχία - γιατί και τύχη δεν το λες να είναι κανείς "δεσποινίς ετών... 39" έξω καλοκαίρια και χειμώνες του Μητροπάνου - μόνοι.
Στα ταξίδια το ζευγάρι μαζί και η single χώρια. Είσαι πάντα αυτή που πληρώνει ολόκληρο το ποσό, ενώ τα ζευγάρια το μοιράζονται. Στις ώρες κοινής ησυχίας, σεξ, ύπνου, εσύ πρέπει να γίνεσαι το party animal γιατί νιώθεις τη μοναξιά να ρέει από τα τοιχώματα του μυαλού σου, ενώ οι φίλοι ζεύγη έχουν ο ένας τον άλλον.
Υ.Γ. Μην ξεχάσουμε να προσθέσουμε ότι στις δύσκολες στιγμές όλων των παραπάνω ζευγαρωμένων οι single, τσοκαράκια μου, είμαστε εκεί όλες τις ώρες πρωί-μεσημέρι-βράδυ (κυρίως τότε) και όλες τις μέρες ακόμη και την Πρωταπριλιά - αν και δικαιολογημένα θα μπορούσαμε να πούμε ψέματα για να τους αποφύγουμε. Αλλά αυτή είναι η πραγματική "κατάρα των singles" μόνοι για όλους.
Σε αυτή τη ζωή που ερχομαστε και φεύγουμε ολομόναχοι, όλα προορίζονται για δύο.
Ακόμη και στρώμα να θελήσετε τσοκαράκια μου να αγοράσετε, στον ύπνο μονοι είμαστε, δεν έχω ακούσει για παράλληλη ύπνωση, οι πωλητές σε ρωτούν "μονό ή διπλό;" Το ειδεχθές αυτό βλέμμα των πωλητών στην απάντησή σας, "Λέτε να πάρω διπλό, μόνη μου είμαι!" σας κάνει να ζητήσετε υπέρδιπλο και να θέλετε να ανοίξουν οι τεκτονικές πλάκες κάτω από το κατάστημα να σας ρουφήξουν στον σκοτεινό μοναχικό σας τάφο.
Η κατάρα των single απλώνεται σε όλες τις δραστηριότητες. Αποφασίζεις να πας σινεμά. Σινεφίλ γαρ, να μην δεις τον "Κυνόδοντα"; "Πόσα εισιτήρια" ρωτά η υπάλληλος; "Ένα", απαντάς που να μην απαντούσες. Χορεύεις το 9/8 στης Καισαριανής του βήμα, και το χαιρέκακο γέλιο της δεν καλύπτεται όσο κι αν ουρλιάζεις - προς απορία όλων - "δεν αρέσει σε κανένα, κυρία μου, κι εγώ το Avantar θα προτιμούσα, αλλά θελω να το παίξω κουλτουριάρα!"
Βγαίνεις με φιλικό ζευγάρι straight, gay, bi από "φτερούδες", "γκοθάδες", "emo" ή "tredy" αλλά όλοι, μα όλοι κοιτάζουν εσένα, γιατί η καρέκλα δίπλα σου είναι ΑΔΕΙΑ. "Περιμένετε και τέταρτο;"ρωτά ο σερβιτόρος και κοιτάζει πάλι εσένα. "Όχι" Ιωάννης Μεταξάς.
Εντάξει, δεν ισχύει το ίδιο και για τους άνδρες που είναι μόνοι τους. Αυτοί δεν θεωρούνται "μιάσματα" της κοινωνίας, που θέλει την γυναίκα υπανδρεμένη, δηλαδή "κάτω από τον άνδρα". Πού είστε σουφραζέτες μου τώρα, τι έγιναν τα προσανάμματά σας, τα σουτιέν σας, αυτά που φοράτε και γίνεστε ανάφτρες, ενώ παλιά σπεύδατε να κάψετε στην Πλατεία Συντάγματος;
Στην γωνία σας και δεν μιλάτε, μόνο συνωνομοτείτε με την σιωπή σας κι εσείς σε αυτό το παιχνίδι του παραλόγου.
Είστε οι φίλες που θα πάρουμε τηλέφωνο, τσοκαράκια μου, όταν η μοναξιά μας πνίγει και μουσκεύουμε τα μαξιλάρια μας, αλλά θα μας το κλείσουν "Σε παίρνω, γιατί μου χτυπά ο άνδρας μου". Εννοείται πώς δεν θα σε ξαναπάρουν πίσω ποτέ.
Είστε οι φίλοι, οι άνδρες οι σκληροί, οι τελευταίοι επί γης, εκείνοι που διατάζετε "Λούλα, παντόφλες" και εκείνη θα σε ρωτήσει, "Πώς ήταν η μέρα σου πασά μου;" για να απαντήσετε "Σκατά!". Όταν όμως θα δείτε το τηλέφωνο της single φίλης σας, θα πατήσετε "αθόρυβο" για να απενοχοποιειθείτε, να έχετε το ελαφρυντικό αφού δεν της το κλείσατε. Για να μην θιγεί η Λούλα.
Οι εργασιομανείς φίλοι απλά γλιτώνουν γρήγορα γιατί λένε "Έχω δουλειά" και απαλλάσσονται των ενοχών.
Στα ταξίδια το ζευγάρι μαζί και η single χώρια. Είσαι πάντα αυτή που πληρώνει ολόκληρο το ποσό, ενώ τα ζευγάρια το μοιράζονται. Στις ώρες κοινής ησυχίας, σεξ, ύπνου, εσύ πρέπει να γίνεσαι το party animal γιατί νιώθεις τη μοναξιά να ρέει από τα τοιχώματα του μυαλού σου, ενώ οι φίλοι ζεύγη έχουν ο ένας τον άλλον.
Αν πάλι έχετε προγραμματίσει να βγείτε με παλιούς συμμαθητές ή εκείνον τον brutale από το στρατό σαν ζευγάρι, η single φίλη σας δεν χωρά! Ή μήπως ντρεπόσαστε για εκείνη.
Και η "καταραμένη", η οποία περνά εκείνες τις δύσκολες μέρες, θέλει να μιλήσει σε κάποιον να πει πόσο μόνη νιώθει αλλά δεν έχει κανέναν, κοιμάται στο πάτωμα, τρέχουν τα μάτια της, όμως παραμυθιάζει τον εαυτό της ότι είναι από κάποιο σκουπιδάκι, ζει την ζωή εν τάφω. Με σβηστό το φως, κουκουλωμένη με το πάπλωμα - ευτυχώς είναι χειμώνας - και τα βουρκωμένα μάτια κλειστά. Μόνο κατά τις 6 το πρωί θα στείλει ένα μήνυμα σε έναν single φίλος της και εκείνος θα της απαντήσει..."Αχ, αγάπη μου! Έχω χαθεί". Γυρίζει από τις ασωτίες τους.
Εδώ η κοινωνία κάνει εξαίρεση, ο single ανδρας είναι "ανάρπαστος", "περιζήτητος εργένης" γιατί καμία, μα καμία δεν κατόρθωσε να τον τυλίξει! Αφού η κοινωνία φέρεται απάνθρωπα μόνο στους ανάπηρους, τους χονδρούς και τις singles!
Συνοψίζοντας, λοιπόν, η "κατάρα των singles" είναι γένους θηλυκού, πτώσης γενικής ψυχολογικής, αριθμού ενικού. Ευτυχώς η πτώση κρατά λίγο και μετά επιστρέφουμε στους φυσιολογικούς ρυθμούς. "Νέα μόνη γυναίκα ψάχνει..." Πειράζει όμως τσοκαράκια μου να κλάψουμε λίγο ακόμη αφού κι αυτοί οι νέοι έρωτες μας κάνανε κομμάτια;
Υ.Γ. Μην ξεχάσουμε να προσθέσουμε ότι στις δύσκολες στιγμές όλων των παραπάνω ζευγαρωμένων οι single, τσοκαράκια μου, είμαστε εκεί όλες τις ώρες πρωί-μεσημέρι-βράδυ (κυρίως τότε) και όλες τις μέρες ακόμη και την Πρωταπριλιά - αν και δικαιολογημένα θα μπορούσαμε να πούμε ψέματα για να τους αποφύγουμε. Αλλά αυτή είναι η πραγματική "κατάρα των singles" μόνοι για όλους.
Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010
Δεν θα μου ξαναμιλήσεις ποτέ;
Τσοκαράκια μου, είμαι τόσο στενοχωρημένη. Αν αυτό ήθελε να με διαλύσει, το πέτυχε. Ξέρω ότι παραλογίζομαι, πώς είναι δυνατόν, όλα είναι μια ιδέα. Αλλά θέλω να ξαναμιλήσω στον hard rock malaka alleluia.
Τι; Αυτό ήταν τέρμα; Πώς είναι δυνατόν να είναι τόσο πολύ σκληρός. Δεν έπρεπε να εκπλήττομαι, πάντοτε έτσι ήταν. Αλλά τα μάτια μου είχαν την νεραϊδόσκονη και το μόνο αρνητικό που διέκρινα ήταν αυτό της φωτογραφίας. Πάνε 4 μέρες χωρίς να τον ακούσω! Αλλά και να με ακούσει. Αυτός πώς το αντέχει; Δεν θέλει να ακούσει τις τσοκαρίες μου live; Μπορώ να αλλάξω τα γραμμένα γιατί, τσοκαράκια μου, την κυβίστισή μου θα την κάνω, αν μου τηλεφωνούσες... Θάνατος η φωνής σου!
Έλαααααα, μαλάκα!
Σερραϊκό νούμερο...5
Θα κλείσουμε το Top 5 των νούμερων από τις πολιτικογέννες Σέρ... (μην το πεις, μην το πεις) με τον καναλάρχη πεθερό του υπουργού Forest G.A.P, τον πατέρα της "Πεντάμορφης" στον κόσμο Mega-λης πρωινατζούς και της συζύγου του Forest G.A.P.
Ο καναλάρχης που θα έπρεπε να είναι καθηγητής γεωγραφίας... Ο μοναδικός Έλληνας που θα πήγαινε στη Ρόδο με... τρένο! Tip το eco sound κάνει τα λεγόμενα του το hit του καλοκαιριού;
Λέτε να σχεδιάζει ο υπουργός Forest G.A.P γαμπρός του καμία υπόγεια θαλάσσια διάβαση και να μην το ξέρουμε; Την "Ροδία" και οι παραπονούμενοι αγρότες των νησιών να την κλείνουν τύπου, όπως οι στεργιανοί, με τα τρακτέρ τους;
Αν αυτό το top 5 κατέβαινε στην Αθήνα, η τηλεόραση θα ξαναέβλεπε νούμερα μέχρι 80%!!!
Τα λόγια είναι περιττά. Δείτε το video...
ΑΠΟΡΙΑ: Υπάρχει κάποιος Σερραίος, ο οποίος να μην ειναι δημοσιογράφος ή πολιτικός ή ψωνάρα; Ας πούμε υπάρχει κανένας φούρναρης; Εκτός από εκείνον που είχε φτιάξει την μεγαλύτερη μπουγάτσα και βγήκε στα κανάλια. Μηχανικός αυτοκινήτων, εξαιρείται ο επισκευαστής αυτοκινήτων από χαλάζι;
Σεραϊκό νούμερο... 4
Θα θέλαμε να γράψουμε ελεύθερα, αλλά δεν μπορούμε. Θα θέλαμε να πούμε όσα μας περνούν από το μυαλό, αλλά κωλυόμεθα. Ο λόγος για τον Λάζαρο του γέλιου μας, το γνωστό infotsokaro, ο οποίος αναρριχάται στο lifestyle της πατρίδος της μπουγάτσας, που έχει σήμα τον ακανέ, με γοργούς ρυθμούς. Τα σχόλια ποικίλλουν. Τον χαιρετίζουν ως "το μηδενικό που κατάφερε να γίνει νούμερο" και ως "Δόγκανος με τις 20 γυναίκες κι αυτός". Συγκεντρώνει το τρία "π", Πανελίστας, Πλακατζής, Playboy των Σερρών (για να μην τον μπερδεύουμε με τον δικό μας).
Όπως όλοι οι Σερραίοι είναι ψώνιο - με την καλή έννοια - γι' αυτό δεν χάνει την ευκαιρία να πανελίζεται, σαν να λέμε ηδονίζεται. Όπου δει κάμερα στηνεται με το καλό του προφίλ, το δεξί σαν τα φρονήματά του.
Είναι μια μικρή σερραία Λιάνα Καννέλη, αφού δεν άφησε τοπικό κανάλι για κανάλι. Απλά το μεταφέρουμε, τσοκαράκια μου, δεν λέμε ότι ισχύει κιόλας, παραλίγο να πνιγεί μια φορά, γιατί μπέρδεψε το κανάλι με το κανάλι του νερού που ποτίζουν τα χωράφια. Πάλι καλά που ήταν γνωστός και τον ανέσυρε θαυμάστριά του.
Λατρεύει τα μπουζούκια και τα μπουζούκια (εννοώ τις μπαμπατσικες όπως τις λένε στα σέρρας).
Όταν όμως κάνει ρεπορτάζ, κρύβονται οι πολιτικοί. Θαμπώνουν όλοι μπρος στις αποκαλύψεις του, ακόμη και η φαλάκρα του Βάβαλη. Ειναι το μοναδικό Σερραϊκό νούμερο, το οποίο αν και δεν έχει πατήσει στην Αθήνα, έχει φτάσει ως εδώ η φήμη του.
Σερραϊκό νούμερο... 3
Ο Μακεδονομάχος, ο άνθρωπος... που ΔΕΝ ΞΕΧΝΑ να ξεχνά, ο κολλητός φίλος του Βουκεφάλα, το θύμα του ψαλιδοχέρη, το εραστής των χήρων στην πράσινη γραμμή, ο γνωστός ως "Μακεδονοτσόκαρο" έχει περάσει, αλλά δεν έχει αγγίξει την λάμψη των σερραϊκών νούμερων. Με την εκπομπή του "Κλειστή Κοινωνία" έκλεισε για πάντα την πόρτα στα μούτρα των εχθρών του. Βρήκε πολλούς μιμητές και αμίμητες οι εκπομπές, όπως οι δυο γειτόνισσες-φόνισσες.
Διατέλεσε πολυφορεμένο τσόκαρο της αρσενικής τσοκαρίας. Αθάνατη στιγμή η Χρύσω Αθανασίου - το κοριτσάκι που προέβλεψε τον θάνατό του και η Μάνα-Τέρας!
Για την αγάπη του προς την πατρίδα ψαλιδίστηκε αρκετές φορές από τον παππού ψαλιδοχέρη. Όμως τώρα το "νούμερο"... κατακτά τα νούμερα, ανέρχονται στα 250.000 φύλλα κάθε Κυριακή και η φήμη του έχει φτάσει μέχρι το Μεξικό. Λέγεται ότι απατά την Ανδρούλα την Κυπραία την δασκάλα με τα χρυσά μάτια για τα μάτια της Stamatiades.
Δραπέτευσε από μια "Κλειστή Κοινωνία" για να πατήσει το μακεδονοτσόκαρο τα κόκκινα χαλιά.
Σε αυτό το tailer θα δείτε σε ένα Αγγελοπουλικό σκηνικό, τον σερραϊκό κάμπο, κάποια στιγμή νομίζαμε ότι θα βγει η Κόρη του Ήλιου, για να βρει τον Παπαμιχαήλ (κλεμμένο), νταρνακούδες και πατλάκια... Με επιρροή από τον Ευρωπαϊκό κινηματογράφο ο άλλοτε παρουσιαστής της "κλείνει" τα χρώματα των ταινιών του Κισλόφσκι με μια ξεχαρβαλωμένη πόρτα! Τι εννοεί άραγε ο ποιητής; Rating *** 1/2 βατομουράκι!
Σερραϊκό νούμερο...2
Στην πρωτεύουσα έχουμε τον Γεωργίου χωρίς δόντια, τον αντιβανδή Τάκη Τσουκαλά του "Αντε Γεια". Τι είναι όλοι αυτοί μπροστά στο σερραϊκό νούμερο...2, συνηθισμένοι άνθρωποι. Αν τον ανακαλύψουν οι Μπούτοι, Μούτοι και λοιποί επαΐοντες θα τους κλέψει την παράσταση. Ο πιο λαμπερός παρουσιαστής στην Σερραϊκή TV είναι ο ένας, ο λαμπρός, ο "πράκτορας Τακ-Βακ" κατακόσμον ΒΆΒΑΛΗΣ!!! Δεν ξέρουμε αν τρέχει σαν τον Βέγγο, αν έχει ταχύτης και αυτοσυγκέντρωση, γροθιά σίδερο, αλλά σίγουρα είναι το πιο λαμπρό... μπουζούκι σε πρίμο σεγόντο με την λατρεμένη ντοπιολαλιά, η οποία γίνεται ακατάλυπτη όταν τον εκνευρίζουν. Νούμερα μην μου ερεθίζετε το νούμερο...
Δείτε το "λαμπερό" μας αστέρι:
Τρέμε ΓεωργιουΤσουκαλα, ο Βάβαλης:
Σερραϊκό νούμερο... 1
Το Σερραϊκό νούμερο 1, το οποίο ανοίγει την αυλαία αυτής της νέας στήλης στις Tsokaries είναι ο Κυρ-κασσιάντης. Αθλητικογράφος και παλαίμαχος ποδοσφαιριστής με αδυναμία στο εκκεντρικό ντύσιμο. Το δηλώνει και το όνομά του Κυρ(-ιος), σε όλα του, αλλά και από το Κυρ- άστας, πράγμα που δείχνει ότι ξέρει από ποδόσφαιρο, κασσι(-δης), από κακόβουλους που τον θέλουν να έχει τσακωθεί με το σαπούνι και -adis, μιας και θα γελάσετε, τσοκαράκια μου, μαζί του μέχρι -adis, δηλαδή θανάτου.
Προτιμά για τις εμφανίσεις του επίσημο ένδυμα στα χρώματα των μεταλλείων Λαμέ και χρυσό - αθλητής γαρ, γι' αυτό έχει προσλάβει τον ίδιο στυλίστα με τον Μάγκα, τον γνωστό κλαρινίστα. Άνετος στο φακό και με ευφράδεια λόγου διανθισμένη με το ντόπιο αξάν, βε αποδεικνεύει ότι έχει και υψηλή - ίσα με 2.10 μην σας πω - αίσθηση του χιούμορ. Καλωσορίζει το κοινο του με ένα δικό του, κατά δικό του τρόπο... Τα κύκλωμα μας τον στέρησε από την μεγαλούπολη. Κρίμα γιατί τότε τα νούμερα θα προσκυνούσαν το νούμερο.
Απολάυστε τον Κυρ-κασσι-adi μέχρι άδη, "εκλεκτοί μου χαζοβιόληδες", όπως λέει κι ο ίδιος.
Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2010
New entry στις τσοκαρίες!
Αγαπημένα μου τσοκαράκια, έχουμε την χαρά να σας παρουσιάζουμε σε αποκλειστικότητα μια νέα στήλη τα "Σερραϊκά νούμερα"!!! Σας έχουμε αθλητικογράφους, χαζοβιόληδες μέχρι και καναλάρχες, οι οποίοι αν ήταν στην πρωτεύουσα τα "Σερραϊκά νούμερα" θα έπαιρναν τα νούμερα.
Θέλουμε να παρατηρήσετε φινέτσα, styling, αξάν και μόρφωση... Και αποτείνουμε φόρο τιμής σε αυτά τα νούμερα για το εκπαιδευτικό τους έργο, αφού μέσα από τέτοια προγράμματα μάθουμε γεωγραφία. Μείνετε καρφωμένα τσοκαράκια μου εδώ!
Ο hard rock Alleluia ΜΑΛΑΚΑΣ που μας κατέκλεψε!!!
ΝΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΘΕΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ
Αν και του Αγίου Αθανασίου θα ασχολήθώ λίγο με τον μοναδικό άγιο, του οποίου οι συνωνόματοι μας κάθονται στο στομάχι.
Ο Μαλάκας, το another τούβλο in the wall των Pink Floyd, που ανάθεμα την καλοσύνη μου που του έστειλα και χρόνια πολλά μπας και εξευμενίσω τον Αγιο... με έχει κατακλέψει πνευματικά.
Αλλά αναλφάβητος καθώς είναι δεν ξέρεί scripta manet, verba volent. Έβγαλε την εκπομπή στη ραδι-όπερά του "HARD ROCK Αλλελούϊα", όπως συνηθίζουμε να αποκαλούμε κάθε τι που έχει σχέση με αυτόν.
Δεν θα πέσω στο επίπεδό του... Απλά αρχίζω πόλεμο!!!
Τούβλο, αλλά αν γνώριζες ή είχες στοιχεώδεις γνώσεις δεν θα ήσουν ΠΑΤΟΣ τρύπιος ψευτοροκά, Μαλάκα θαυμαστή του Πρόδρομου, πάμε όλοι μαζί τον ύμνο
"ΜΟΝΟ ΛΟΓΙΑ ΗΣΟΥΝ ΤΙΠΟΤΑ ΠΙΟ ΠΕΡΑ ΠΟΥ ΤΑ ΛΕΣ ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΜΑ ΧΑΝΟΝΤΑΙ ΤΗ ΜΕΡΑ" ανάψτε και τους αναπτήρες.
Τσοκαράκια μου, αυτό δεν θα περάσει έτσι. Σας παραθέτω τα σημεία όπου εμείς, οι τσοκαρίες των έχουμε βαπτίσει "Hard Rock Αλλελούια" του γλυκού νερού βεβαίως, βεβαίως. Φταίμε όμως... πόσο φταίμε. Όπως έλεγε και η φωνή, "μια ζωή αστερίσκος"!
Δείτε τα συμπεράσματα δικά σας ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΤΕ ΤΙΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΕΣ:
"Αναπτήρες ανάβουν και ακούγεται από τους απανταχού μαλάκες να κραυγάζουν με έκο Hard rock aleloyia "Πρόοοοοοδρομμεεεεεεε".
http://tsokaries.blogspot.com/2009/12/blog-post_3437.html
Για τον λογοκλόπο μαλάκα, mediaρχη για κλάματα είχαμε γράψει τον "Υμνο του Μαλάκα" τον οποίο πολύ έσπευσαν να καρπωθούν:
"FAN των '80's ή... heavymetalάς του hard rock malaka αλλελούια"
http://tsokaries.blogspot.com/2009/11/blog-post_11.html
Από αυτόν τον τσοκαρότοπο είχαμε καταγγείλλει ότι μας αντέγραφες πολλάκις, δεν είναι άρα η πρώτη φορά. Όπως με το μήνυμα σου την "αιώνια αγαπημένη σου" Παναγιώτα...
"...αλλά ζητά και τη γνώμη μας από πάνω για το "τι θέλουν οι γυναίκες". Το κυριότερο: μας αντιγράφει κιόλας. Βλέπε "σήματα καπνού". Νομίζει ότι έχει να κάνει με τα "νινάκια" που βάζει για "νανάκια".
http://tsokaries.blogspot.com/2009/12/no-3.html
ΓΙΑ ΝΑ ΣΕ ΤΙΜΗΣΟΥΜΕ ΚΙ ΕΜΕΙΣ ΤΕΡΑΣ
Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010
"25.000 μπορούμε και πιο κάτω"
"Περιδιαβαί- περιδιαβαίνω για να δω αν πού- αν πούλησε το βε - το βέβαιο χαρτί, η μοναδική (δις) εφημερίδα", η οποία εφάρμοσε τον τίτλο της στον ίδιο της τον εαυτό. Γι' αυτό και δεν την αγοράζει κανεις. Η wanna be Lary King με κόκκινα νύχια, μαθαίνουμε ότι από την στενοχωρια της τα έχει φάει και ήταν και φρεσκοβαμμένα.
Ο παντοτινός -άκης έχει πάρει το mountain bike του και χάθηκε στα δάση της μοναδικής φτωχογειτονιάς με πλούσιους κατοίκους. Από το μίσος του λένε ότι προσπαθεί με σφεντόνα να σκοτώσει όσα περισσότερα ποντίκια μπορεί. Μόνο που δεν ξέρει πώς είναι τα αληθινά ποντίκια και ήδη μετράμε απώλειες στην DisneyLand με τραυματία την Μίνι. Έτσι βγήκε και το ανέκδοτο, "Παντοτινέ -άκη r u fucking crazy;" για να απαντήση "Νο, i'm fucking Daizy". Υψηλό δείκτη IQ... τύπου ραδικιου.
Ενώ η αρσενική τσοκαρία στέκεται μπροστά στον καθρέφτη γυμνός και ρωτά "Καθρέφτη καθρεφτάκι μου ποιος είναι ο πιο αδέκαστος, ο πιο αλάνθαστος, ο πιο τέλειος, ο πιο Δημοσιογράφος με το "Δ" κεφαλαίο;" και ο αμείλικτος καθρέφτης του απαντά μόνο Κάθε Δευτέρα, Πέμπτη και Κυριακή "25.000, 12%, 10% και ντύσου επιτέλους!"
Αλλά είναι σαν κοιμισμένος όπως η κόμπρα απο την φλογέρα του φακίρη και απαντά "Σε ευχαριστώ και θα τον τσακίσω τον κομιστή, τον ιπποκόμο, τον τραπεζοκόμο και τον νοσοκόμο" που θα τον μαζέψει στο τέλος με ένα λευκό του νοσοκομείου φόρεμα που δένει στην πλάτη.
Ο ψαλιδοχέρης παππούς συνεχίζει την πράσινη ανάπτυξη του σε όλα τα υπουργεία, γενικές γραμματείες σαν κισσός αναρριχόμενος, ώστε να μην τον ψαλιδίσει κανείς ούτε καν Κηπουρός. Εξάλλου τον σκοπό του τον πέτυχε. Ενώ ο γενικός Δερβέναγας... χορεύει τα παπακια στη σειρά.
Ένα γάβγισμα άκουσα, ο σκύλος ο μαυρος είναι που ουρλιάζει "Αφεντικό, εγώ σε αγαπάω αφεντικό. Δεν θα σε προδωσω ποτέ!"
Του Αγίου Αντωνίου... Μεγάλη η χάρη του!
Κυριακή γιορτή και σχόλη, να μην ήταν η εβδομάδα όλη. Συνεχώς να ήταν μόνο Δευτέρα. Δεν υπάρχουν νέα, όλοι είναι με τους δικούς τους ανθρώπους ή οι τυχεροί δουλευουν. Η τηλεόραση έχει μόνο προγράμματα κατάλληλα για όλη την οικογένεια, ούτε μια ταινία κατάλληλη για άνω των 16, επιθυμητή η γονική συναίνεση, παρά μόνο κατάλληλα.
Σήμερα είναι του Αγίου Αντωνίου. Εγώ για ένα περίεργο λόγο ειμαι τσακωμένη με αυτόν τον Άγιο. Μπας και του χρωστάμε τσοκαράκια μου κανένα τάμα και δεν το θυμάμαι;
Μην γνωρίσω Αντώνη, τους διαολίζω. Να σκεφτείτε ότι με τέσσερις δεν μιλιέμαι.
Γι' αυτό, αφού είναι έτσι ο καιρός και νέα δεν υπάρχουν, θα σας πω γιατί είναι Μεγάλη η χάρη του Αγίου Αντωνιου.
Αρχικά, Ο Αντώνης ο Βαρκάρης ο Σερέτης ήταν το τραγούδι που μας εξανάγκαζαν τσοκαράκια μου να λέμε στην χορωδία, ώσπου εξανέστη και ζήτησα να με απαλλάξει ο καθηγητής, κύριος Λιαπάτης, ήθελε μαξιλαράκια για να φτάσει το πιάνο, πρώτο μποι, από τον Βαρκάρη ο Σερέτης.
Μετά περάσαμε στον Αντώνη τον προπονητή μου... Ολημερίς με έλιωνε, ξέρετε τσοκαράκια μου τι θυσίες έχω κάνει εγώ για αυτό το κορμί; Αεροβική, βάρη, τρισέτ, μεμβράνη φαγητού σε όλο μου το σωμα, βαράκια δεκάκιλα στα πόδια... Αλήθεια σας λέω αυτός δεν ήταν προπονητής ήταν βασανιστής. Με ίδρωνε και με ξεϊδρωνε. Η ελληνιδα Κομανέτσι τσοκαράκι μου. Τα γερμανικά βασανιστήρια στα μάτιας μας φάνταζαν προθέρμανση. Αεροπλανικά και ακροβατικά λες και προπονούσε τον Ρόκυ. Ράμπο της μπάρας. Καθόμασταν από κάτω και ισορροπούσαμε τα κιλά σε γόβες στιλέτο, όσο πιο λεπτό τακούνι, τοσο πιο βαθύ το κάθισμα. Ώσπου εξεστόμισε την τελευταία προσβολή, "από πού να σε πιάσω και να μην έχεις λίπος". Ε, αυτό ήταν έγινα κι εγώ σωστό "στιλέτο" τσοκαράκια μου και δεν με ξαναείδε. Εκτός από του Αγίου Αντωνίου όπου έστελνα τα χαιρετίσματά μου.
Δεν θα συμπεριλάβω τον Αντώνη Σαμαρά, τον οποίο σιχαίνομαι! Για τους γνωστούς και μη εξαιρεταίους λόγους και με κακοχαρακτηρίσετε πάλι.
Πέρασαν τα χρόνια, περάσαμε κι εμείς στον κουκλίνο της σκαλωσίας, αυτόν που δεν ήθελε να τον αποκαλούν Αντώνη, αλλά Άδωνι... Τον μπον βιβερ, με τον οποίο σφαχτήκαμε την ημέρα της γιορτής του. Ε, τώρα τσοκαράκια μου αυτό πώς λέγεται, νταγιαντάν; Κακό κάρμα; Κισμέτ; Τον είχα πάρει για χρόνια πολλά. Πώς τον φώτισε ο Άγιος Αντώνης, άλλος άγιος ή κανένα διαόλι και το ξεφούρνισε το ψέμα του... Δήθεν ήταν Ικαρία. Όταν ο play boy κατά λάθος ξεφούνισε την αλήθεια, δεν ξαναμιλήσαμε με τον Άδωνι!
Δεν σταματάμε εκεί, συνεχίζουμε με τον Αντώνη από τη Γλυφάδα, τον μπασκετμπολίστα. Την απάντηση για το λόγο που δεν ξαναμιλήσαμε θα μας τη δώσει μόνο ένα consulation, θα κάνω συστημική και θα το μάθω! Αν και υποπτεύομαι δάκτυλο του άγνωστου Πέτρου.
Και συνεχίζουμε την απογραφή με τον Αντώνη τον γιατρό που μένει στην Λαμία, αλλά ειναι από την Χαλκίδα. Αρραβωνισμένος αλλά - φαίνεται το έχουν οι Αντώνηδες - του είχαμε καρφωθεί στο μυαλό. Μας έπρηξε, τσοκαράκια μου. Επειδή είμαστε "Μαλαμιστές", δηλαδή ασπαζόμαστε το δόγμα "έξω από τα δόντια". Με μια λιτή δήλωση "Μπορεί για άλλες να εισαι σεξυ (και ξερός), να λες με νόημα "έλα να παίξουμε το γιατρό" και να κυριολεκτείς αλλά εμείς είμαστε παράξενο τρένο, γι' αυτό και λίγοι επιβαίνουν στην αμαξοστοιχία μας". Έτσι, τον στείλαμε.
Φυσικά από τη λίστα δεν θα έλειπε ο Μαλάκας... τα έχουμε πει, δειτε τις παρακάτω αναρτήσεις.
Συνοψίζοντας έχουμε και λέμε Άγιος Αντώνιος - Τσοκαράκια 4-1!
Λέτε να έχω υποπέσει σε ύβρι και να τιμωρούμε; Αφού συχνά πυκνά τους αποκαλώ τεραντώνηδες; Να έχει παρεξηγηθεί ο Άγιος; Καλού κακού τσοκαράκια μου μια λαμπάδα ίσα με το louboutin τακουνάκι μου (για τους fashionistes "στο θεό" καταλαβαίνουν) θα την ανάψω!!!
Ξημερώνει του Αγίου Αθανασίου του Μέγα ευελπιστούμε να είναι καλύτερος για μας!!!
Who let the dog out no 26?
Το σκυλάκι το κανείς μην το είδατε κανίς, αντί να κάνει τη γατούλα μετά τα τελευταία δρώμενα, να κρυφτεί στην αγκαλιά του Εθνικού Σταρ, το διάσημο τσιουάουα, τόλμησε άκουσον-άκουσον τσοκαράκια μου, που με βαστάτε και δεν ραγίζετε, να ηχογραφήσει συνάδελφο. Και ποια νομίζετε; Την τσιριμπιμ τσιριμπομ θηριοδαμάστρια που μέχρι ψύλλος καλλιγώνει. Πληφοροφίες λένε ότι μετά από αυτό το περιστατικό, αφορμή για το οποίο στάθηκε συγγενική σχέση της την οποία γάβγιζε ο σκύλος ο μαύρος στον Γενικό και δήθεν ήθελε να αποσοβήσει το θέμα, τώρα τον έχει σε "Καρα-ντίνα"!
Επειδή δεν πέτυχαν τα σχέδιά του, κράτησε την κασετα να την ρεμιξάρει μαζί με κτι σκυλάδικα που πήρε το καλοκαίρι από τον τσοκαροσταθμό, ενώ μετά τριβόταν στην τσιριμπιμ τσιριμπομ θηριοδαμάστρια γιατί όταν ξεκίνησε ο καβγάς δεν ήταν κοντός αλλά μετά τον κόντυνε, με όσα άκουσε. Αυτός να μου το θυμηθείτε σε προηγούμενη ζωή ήταν γάτα.
Τι να προμηνύουν δυο Σερραίοι μαζί;
Τι μάυρα και κόκκινα κοράκια, εδώ μιλάμε για πέρδικες... καμαρωτές καμαρωτές, συμπατριώτες και συγκάτοικοι μιας άλλης εποχής που συναντήθηκαν σε γνωστό bistro των Αθηνών για ριζόγαλο, το εθνικό τους γλυκο. Η "φωνή", η οποία έχει μετατραπεί από βελούδο σε "γυαλόχαρτο", και το "μακεδονοτσόκαρο" συζήτησαν για ώρες κάνοντας ανασκόπηση των γεγονότων του τελευταίου χρόνου. Τι να προμηνύει αυτή η συνάντηση; Μήπως κάποια καινούρια μακεδονοτσοκαριστικη εκπομπή; Αν υποψιαστώ ότι θα κάνει ραδιο-φονική εκπομπή το τακουνάκι... Θα ραδιο-φονηθώ!
Πάντως μας πήραν τα χώματα, ποιος ξέρει τσοκαράκια μου τι θάψιμο έπεσε. Το "μακεδονοτσόκαρο" εθεάθη κατά την επιστοφή λασπωμένο με ένα φτυάρι στην Κυψέλη!
Who let the dog out no 25?
Κι έχω τόσα να θυμάμαι από εσένα, γαβγίσματα και αλυχτίσματα όλα ένα - ένα, μα τώρα τι έγινε η λαλιά σου; Σου έφαγε η γάτα τη γλώσσα αν και σκύλος; Πού πήγε ο ποιμενικός, το τσομπανόσκυλο, το "χάσκει", αποδείχθηκε ότι ορθώς οι τσοκαρίες σε αποκαλούσαν "κανείς", το σκυλάκι το "κανίς" μην το ειδατε "κανείς".
Σε δημοφιλής και προσφιλής τσοκαρότοπο έγραψαν το όνομά του και ούτε λίγο ούτε πολυ τον αποκαλούσαν "χαλίφη στην θέση του χαλίφη", γιατί πάντα ήθελε να μπει στα τσόκαρα κάποιου άλλου όπως της φωνής, αν και κακοφωνίξ ο ίδιος, του Γενικού, του καρφιού, "in other shoes" αγγλιστί. Για το λόγο αυτό έτρεχαν τα σάλια του, κουνούσε την ουρά του - η γατούλα. Μωρέ μπας και είναι γάτα και όχι σκύλος τελικά; Ο σκύλος ο μαύρος ο ταμ-ταμ-ταμ τα διάβασε όλα αυτά, αλλά τήρησε σιγήν ιχθύος αν και καρκίνος (φτου, φτου) στο ζώδιο.
Δεν είπε τίποτα, δεν γάβγισε καθόλου λούφαξε σαν τρομαγμένο σκυλί. Μόνο έβαλε την ουρά στα σκέλια. Τι να πει, πώς να δικαιολογηθεί ο λύκος της φακής, ο χορτοφάγος λύκος; Όσα του καταλόγιζαν είχα ισχύ και μαλιστα στο πολλαπλάσιο... Σαν τσιουάουα του πετάχθηκα τα μάτια έξω και έσκυψε το κεφάλι. Ψιτ, ψιτ γατούλη κεραμμύδια, εκεί θα βρεθείς αν βουλιάξει το πλοίο... Νιου, νιου!
Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2010
Ποιος δηλώνει ότι "ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ" να τον ξεχνώ
ΚΟΝΤΡΕΣ ή ΠΡΩΤΟ ΨΕΜΑ
Και όταν λέμε κόντρες δεν εννοούμε με μηχανές, ούτε το πάλε γνωστό τηλεπαιχνίδι του Mega με τον αείμνηστο Βλάσση Μπονάτσο. Γνωστό δημοσιογραφο-τσόκαρο που βρίσκεται αποστολή στην πατρίδα της Αλέξιας ακούγεται εντόνως ότι οι σχέσεις του βρίσκονται στο "Άσπρο μαύρο, ονειρα κάνω να μην σε ξαναδώ" με άλλο συναδελφοτσόκαρο. Μάλιστα μαθαίνουμε ότι ο δεύτερος Ελλαδίτης και μάλιστα εκ Μακεδονίας ετοιμάζει και άτυπο δημοψήφισμα τύπου Ανάν, προκειμένου να μην επιστρέψει πίσω ο απεσταλμένος.
Για το λόγο αυτό έχει έρθει σε επαφές με τον ίδιο τον ψευτοπρόεδρο στα κατεχόμενα με σκοπό στηθεί επεισόδιο και να συμπεριληφθεί το εν αποστολή δημοσιογραφο-τσόκαρο στους "αγνοούμενους" της πατριδος της Αλέξιας.
Καλε ο Δερβέναγας ζει;
Πού χάθηκε τσοκαράκια μου ο Δερβέναγας γενικώς, ειδικώς και επί τα αυτά; Έχει λουφάξει σε μια γωνίτσα και δεν ανακατεύει τη σούπα καθόλου. Βλέπει το πλοιο να βουλιάζει, να μπάζει από παντού νερά γι'αυτό ποιεί την νήσσας, μπας και καταφέρει να κολυμπήσει. Όλοι οι άλλοι είναι χωρίς σωσσίβιο, οπότε με τις ασκήσεις κολύμβησεις της πάπιας, παπαπαπα σου λέει μπορεί και να σωθώ. Έτσι λοιπόν με σήμα το παπάκι γιατί καλέ παπί, έπαψε να είναι ο "θα σας δείξω εγώ" χλαπάτσας.
Μίλα μου ναι, ναι...
Είναι φορές που μια λάθος λέξη, μια λάθος στιγμή μπορεί να σε κάνει από βασιλιά υπηρέτη και το αντίστροφο. Έτσι ξαφνικά όπως εμφανίστηκε το infotsokaro, έτσι εξαφανίστηκε ο συνώνυμος του μακεδονοτσόκαρου παρά ένα "Α". Και τι "Α", ΑΑ ποιότητας.
Σου αφιερώνω αυτό το τραγούδι, αν και από την μαυρη μου εμπειρία από Σερ... μην το πεις, μην το πεις, ξέρω πώς δεν θα μου ξαναμιλήσεις.
Τεκνά τέλος ειπαμε... τώρα πάμε για το πουρό!
* Ο Λάζαρος του γέλιου μου, το infotsokaro, λίγο πριν δεύρει έξω στα μπουζούκια, μας μίλησε... Αυτοαποκαλέστηκε κάγκουρας και μας μίλησε. Για να δούμε ο Μαλάκας θα πράξει το ίδιο;
Καλά 2 στα 2!!! Είπαμε τεκνά ΤΕΛΟΣ.
To Infotsokaro, ο Λάζαρος του γέλιου μας, είπε ΤΕΛΟΣ. Όχι απαντώντας στο είμαστε πλασμένοι ο ένας για τον άλλον ΤΕΛΟΣ, αλλά οριστικό και αμετάκλητο. Δεν θέλει να μου ξαναμιλήσει. Αφορμή στάθηκαν όχι δημοσιεύματα, αλλά το γεγονός ότι είπα στον πιο στενό μου φίλο, τον φίλο μου για εκείνον.
Ένιωσε άσχημα ότι δήθεν τον κοροϊδεύω, τον διαβάλλω και είπε "ό,τι λέμε μεταξύ μας τα λέω δεξιά και αριστερά", αν κα όλοι ξέρουν ότι δεν ανήκω σε καμία μεριά. Εμείς τα τσοκαράκια com. mounistries; Θα γελάσει και ο Στάλιν και ο Λένιν μαζί. Άσε που ο Μαρξ μπορεί να ξαναέγραφε την θεωρία του περί καπιταλιστικού σοσιαλισμού.
Η κόρη μου η σοσιαλίστρια και ειναι το στρώμα μου μονό, πιο κοντά ειναι σε μένα. Γιατί τελικά απέμεινα με το στρώμα μου μονό, από την θλιψη, αφού έχασα και το Λάζαρο του γέλιου, το infotsokaro που ήταν αποίκο σε κάθε μου σχόλιο, υπήρξε για μένα ο Tedd Terner των Σερ... (μην το πεις, μην το πεις) μέσων και ανέστησε το γάργαρο μου γέλιο.
Να πω ότι δεν λυπήθηκα; Ψέματα θα πω. Τσοκαράκια μου, δεν ήξερα ότι θα μπορούσε να παρεξηγηθεί από αυτό. Είπα ότι τον συμπαθώ, δεν τον έβρισα δα. Μήπως η συμπάθεια από τα τσόκαρα ειναι συνώνυμο της βρισιάς, μίασμα; Άλλες "ωραίες κουβέντες" δεν έχω να του πω προκειμένου να τον πεισω αυτό το τελος (γιατί όλοι οι Σερ... (μην το πεις είπαμε) κοπανάνε αυτή τη λεξη για κάτι που θέλουν να τελειώσει; Και το επαναλαμβάνουν δισάκις για να το εμπεδώσουμε τσοκαράκια;)να μην είναι ΟΡΙΣΤΙΚΟ.
Τσοκαρίες μου βοηθήστε με, πώς να τον πείσω να μου ξαναμιλησει;
Λάζαρε του γέλιου μου δεύρο έξω, σε παρακαλώ!
Μια αφιέρωση...
Μας το ζήτησαν να το αφιερώσουμε στο κοριτσάκι του mediaρχη για κλάματα. Δικό σου κοριτσάκι που σε κάναμε "εν αδίκω" να κλάψεις. Αν και πρόθεσή μας ήταν να κλάψει ο Μαλάκας. Α και βάλτε όπου ο υπαίτιος η Τσοκαρία, τσοκαράκια μου.
Σώπα, σώπα μην κλαις... Χαρτομάντηλα και γρήγορα για το ένα, από τα πολλά, κοριτσάκια του another τούβλου in the wall των Pink Floyd. Πού είσαι τούβλο, από τα κένα σου σφύρα τον σκοπό.
Επιστροφή στην γεροντολαγνεία!
ΤΕΚΝΑ ΤΕΛΟΣ, ΜΑΛΑΚΑΣ ΤΕΛΟΣ
"Τι είχαμε, τι χάσαμε ψωλέω σε ξεχάσαμε", που λεει και το άσμα. Με άλλα λόγια δεν έγινε και κάτι φοβερό. Απλα πήραμε ένα μάθημα "ΠΟΤΕ μα ΠΟΤΕ με επαρχιώτη ξανα". Αν δεν είναι τουλάχιστον τριών γενεών Αθηναίος απορρίπτεται. Δεκτές προτάσεις μόνο από βέρους Κολωνακιώτες.
Ήταν θαρρώ ξημερώματα της 31ης Αυγούστου τουτουνού του έτους. Μόλις είχα παραιτηθεί από το τσοκαρογραφείο, όταν στο facebook ένας άσχετος, άγνωστος - ως εκείνη την ώρα - μαλάκας κατά κόσμον, ουχί μόνο κατά την ταπεινή μου γνώμη, προσπαθούσε να βολιδοσκοπήσει τους λόγους για τους οποίους η τσοκαρία μου εγκατέλειπε τον τσαγκάρη της.
Ανέσυρα από το μνήμη μου εκείνη την βραδιά, όταν μια ψωνάρα είχε έρθει προσκεκλημένος για ένα θέμα, που μόνο 3 η ώρα θα έπαιζε στην εκπομπή, φερόμενος ως mediaρχης, για κλάματα θα προσέθετα. Ένα αμούστακο αγόρι, χωρίς φραγμό, αυθάδη και από εκείνες της φυσιογνωμίες που όσο κι αν προσπαθείς δεν μπορεις να θυμηθείς μετά ούτε ένα χαρακτηριστικό τους. Ειδικά για μια φυσιογνωμίστρια σαν εμένα, τσοκαράκια μου.
ΠΡΩΤΗ ΣΚΕΨΗ: "Τι θέλει αυτός ο άσχετος;"
ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΚΕΨΗ: "Προσπαθεί να μάθει (διότι τους πραγματικούς λόγους της αποχώρησης μου ούτε έμπιστοι φίλοι μου δεν έμαθαν ΠΟΤΕ) για να έχει να λέει.. Ίσως να τα πει και στον Δερβέναγα προκειμένου να κερδίσει την εμπιστοσύνη του".
ΤΡΙΤΗ ΣΚΕΨΗ: "Ωχ, άσε μας στον πόνο μου χρυσέ μου. Τι χάλια φωτογραφία; Πού πας ρε Καραμήτρο; Μάλλον καραντώνη!" (Γελάω μόνη μου μέσα στη νύχτα)
Από ευγένεια και μόνο απαντώ! Με ζορίζει, γίνεται πιεστικός, ενοχλητικός θα πρόσθετα, τσοκαράκια μου, για να κλείσουμε με το κλασικό μου "Να 'σαι καλα, να 'σαι καλά..."
Μα τα θέλω κι εγώ αντί να τον γειώσω τον μπουτζόβλαχο μέχρι το τηλέφωνό μου του έδωσα. Ε, καλά να πάθω. Αυτό το σαβουάρ βίβρ και η κλασική μου παιδεία θα με φάει.
Προσπαθώ να θυμηθώ, να μάθω ποια είναι τα κίνητρά του. Τι ρόλο παίζει αυτός ο άσχετος;
Μα τσοκαράκια μου, όλα έχουν την εξηγησή τους. Θα σας απαντήσω με μια ερώτηση... Εγώ το αρχιτσόκαρο, με μεταπτυχιακό στα "κουβαρίνια", με την φινέτσα και το στυλ μου μοιάζω με Ροκού; Ανάθεμα την ώρα που έγραφα στο προφίλ μου το συγκρότημα που με έκανε να ξανανιώσω την "Such a lonely day". Όχι, πείτε μου γιατί θα τα σπασω τα τακουνάκια μου, θα μπορούσατε να με φανταστείτε σε συναυλία των System of a Down, αν και τους λατρεύω; Να είμαι ντυμένη με αρβίλες και σωλήνες παντελόνια; Να απαρνηθώ τα τακουνάκια μου, τις τσοκαρίες μου, την στολή μου; Κι όμως όλα ξεκίνησαν λόγω των stystem of a down. Σου λέει ο mediaρχης για κλάματα, αυτή δική μας είναι, θα έρθει να δουλέψει στο νεό του μιντιακό απόκτημα... Την παράγκα του rock 'n' roll, συμπληρώνω για την κατρακύλα. Καλά δεν συζητώ για την αμοιβή... Ένα θα σας πω, τέτοιο ύψος δεν το καθιστά τακούνι, αλλά flat, σόλα.
Κάτω από αυτό το πρίσμα η πόρτα έκλεισε, την έκλεισα δεν θυμάμαι.
Όμως δεν τελειώνουμε εδώ. Το συνέχισε ότι δήθεν με είχε δει και του άρεσα... Καλέ πότε; Δεν τον θυμόμουν καν. Πίεζα το μυαλό μου, σκεφτόμουν μέχρι και αναδρομή να κάνω, αλλά έχει πεθάνει κι ο Βουλούκος, μου είχε πει ο Μπάμπης οτι είναι καταπληκτικός, δεν τον θυμόμουν. Και κουβέντα στην κουβέντα με έριξε το τσοκαράκι. Γούσταρα την ευθύτητα, ήταν όμως στιγμιαίο λάθος τελικά, σαν του Πασχάλης που κάνοντας τις σειρήνες του Οδυσσέα μου φώναζε "Παραδώσου λοιπόν ανευ όρων τσόκαρό μου". Κι εγώ το πίστεψα, τι ανόητη! Μόνο που για καλή μου τύχη ποτέ δεν ενέδωσα στον πειρασμό.
Και περνούσε ο καιρός και φτάσαμε να μετράμε 4 γεμάτους μήνες. Αν σκεφτείτε τσοκαράκια μου ότι μιλούσαμε από 3 ώρες καθημερινά, ακατάλυπτα - εκείνος στην αρχή λες και είχε φάει γλιστρίδα - χωρίς διακοπή ούτε για την ανάγκη μας, τότε καταλαβαίνετε. Είδαμε Ανατολές του ηλίου, κάναμε αφιερώματα σε όλους τους πεθαμένους καλλιτεχνικά της ελληνικής σκηνής του '90, περάσαμε σε προσωπικές εξομολογήσεις... Μοιραστήκαμε οικογενειακές στιγμές, ενδόμυχες σκέψεις, αλήθειες (από μεριάς μου τσοκαρίες μου) και στο τέλος σαν να ένιωσα κάτι (γιατί αν παραδεχτώ ότι ήταν παραπάνω από κάτι... έχουμε ζήτημα)!!! Εξ ού και οι αναρτήσεις για τον περιβόητο Μαλάκα...
Οι τρεις πρώτες σκέψεις μου κλείστηκαν σε ένα κουτάκι του μυαλού μου και δεν βγήκαν ποτέ ξανά μέχρι σήμερα. Δεν υπήρχαν. Γιατί ο mediaρχης για κλάματα είχε γίνει σαν το print στα τσοκαράκια μου, τόσο δικός μου. Πόσο γελάστηκα πάλι! Πώς μπορεί ένα άρβυλο, μια μπαναλαρία να εξομοιωθεί με τα τσοκαράκια; Η φινέτσα και το ντελικάτο τακουνάκι μας ίσο κι όμοιο με τις τετράπατες "μπότες του κατακτητή" Βέρμαχτ!
Τέσσερις μήνες, τα τηλέφωνα πλήθυναν... σταματούσαν να είναι μόνο μια βραδυνή συνήθεια. Απλώθηκαν μέσα στη μέρα. Με το φως του ήλιου, έγιναν ένα με το γκρίζο του ουρανού και στο τέλος πήραν κάτι από το μαβί που παίρνουν τα σύννεφα πριν την μπόρα... Και η βρόχα έπεφτε right through από τα τακουνάκια των τσοκάρων.
Ο mediaρχης για κλάματα, ο ψευτοροκάς, ο τεραντώνης νούμερο 2 (και εδώ μιλάμε όχι για την όψη αλλά για την ψυχή, αντιστρόφως ανάλογα με τον άλλον τεραντώνη μας) ο ΜΑΛΑΚΑΣ αποδείχθηκε πιο τσόκαρο από εμάς. Μας ξεπέρασε στην τσοκαρία. Στην βλαχομαγκιά. Διασπορέας ψευδών ειδήσεων δια το τσόκαρό μας σε φίλους αγαπημένους, όπως το μακεδονοτσόκαρο, στους οποίους είπε ότι "νταραβεριζόμαστε". Κι εδώ ξεκινά η καταγγελία.
Βρε Μαλάκα των media, που ο Πρόδρομος κάνει θεαματικό come back με τον ύμνο σου, βρε ανορθόγραφε "χωρέ" που μας απείλησες ότι θα ανοίξει η πέτρα για να μπουν τα τακουνάκια μας, βρε another τούβλο in the wall των Pink Floyd μας καταράστηκες να μην γυρίσει και το τσόκαρο που αγαπάμε... Για νταραβέρια και επιτόπια να πας στα Παρατράγουδα. Σου ταιριάζουν και σαν ύφος. Σου επιστρέφουμε όλους τους χαρακτηρισμούς περί προδοσίας, περί ομοιότητος με το αρσενικό τσοκαρο, και φυσικά δεν θα εργαζόμασταν ποτέ στην ροκ ραδιόπερά σου. Έλεος, αγάπη μου, εμάς μας έχουν αναφέρει όλοι οι διάσημοι οίκοι, όχι τα νέα του Ψαροντούφεκου Σποράδων και Μαγνησίας. Βλάχε, βλάχαρε, τελευταίε σε καταριόμαστε να πιάσουν πάτο οι ροκΔαίμονές σου με τις εμμονές σου, ούτε με ανέλκυση να μην βγει στην επιφάνεια. Και είμαστε και Σαββατογεννημένα.
Δεν φτάνει όσο μας πλήγωσες, μετά τόλμησες να μας πεις ότι από το μηνυμα μας, ως οφείλαμε για να απαντήσουμε στις κατηγορίες σου περί προδοσίας, έλλειψης επαγγελματισμού που προτιμήσαμε ένα επιφανή mediaρχη, που θελήσαμε να κατακτήσουμε το όνειρο από την ουτοπία... μην σου πω και Φρουτοπία, δημοσιογράφε Πίκο Απίκο, τόλμησες να πεις στην τσοκαρία μου ότι "εν αδικω πληγώσαμε την νεά σου κατάκτηση - όχι την επίσημη που ελέω αποστάσεως ακόμη και καλά (που ειναι το ψέμα και που η αλήθεια ποτε δεν θα μάθουμε) δεν χωρίζεις - επειδή τα διάβασε"; Καλά κι εσύ δίνεις το κινητό σου να το βλέπουν όλοι... Τα προσωπικά δεδομένα σου λένε κάτι; Ή απλά το άφησες επιτηδες να το δει για να κάνεις επίδειξη; Καλός μαλάκας είσαι. Μας είπαν και επικίνδυνα "τσόκαρα" επειδή κάναμε να κλαίει το κοριτσάκι του. Εμάς δεν μας σκέφτηκε ο Μαλάκας!!!
Το καλύτερο σας το φύλαγα για το τέλος. Το another τούβλο in the wall των Pink Floyd λίγο πριν στείλω το τελευταιο μηνυμα μου απάντησε, "Κι εγώ σε σκέφτομαι". Μια επωδός, ένα τσιγκλάκι που επαναλάμβανε σαν διαφημιστικό για Μαλάκες εδώ και λίγες μέρες. Από τότε που επέστρεψε από το χωριό του ο mediaρχης για κλάματα.
Γι' αυτό τσοκαράκια μου, μας πήρε 4 μήνες και κάτι αλλά το πόρισμα το βγάλαμε, στροφή στην γεροντολαγνεία. Τέρμα οι μικρότεροι ψυχή τε και νου. Και κυρίως μακριά από επαρχιώτες, κομπλεξικούς ΜΑΛΑΚΕΣ... "Μόνο λόγια τίποτα πιο πέρα".
Υ.Γ. Στην επιστολή που μου έστειλες Κουμάσι, παραφράζοντας το όνομά σου το οποίο έτσι θα έπρεπε να ειναι κανονικά τέτοιο κουμάσι που είσαι, την οποία και θα δημοσιευσω μαζί με την απάντησή μου, υπογράφεις ως "ο Μαλάκας ΣΟΥ". Σου είπα ότι ποτέ δεν ήσουν ο Μαλάκας μου, αλλά προτιμώ την "Μοναξιά του σκοινοβάτη" αν και στηριζομαι σε πανύψηλα τακουνάκια στιλέτο. Καταλαβαίνεις οτι η ισορροπία μου ειναι μοναδική!
Υ.Γ.2 Εν κατακλείδι να ξέρεις ότι όλη κι όλη μου η στενοχώρια θα κρατήσει 2-3 ώρες το πολύ, γιατί δεν αξίζεις μαλάκα και περισσότερο! Εσύ παρηγόρησε το "κοριτσάκι σου" για το οποίο ταξίδεψες 485 χλμ βορειοδυτικά της Αθήνας, όχι για να πνιγείς, όπως θα έπρεπε σαν άλλη κυρα-Φροσύνη στην λιμνοθάλασσα από τις ερινύες (φαίνεται μάλλον όλα τα τρως δεν έχεις πρόβλημα), αλλά για να ικανοποιήσεις την ψωλέω σε ξεχάσαμε.
Αγόρι μου δεν πάθαμε ζημιά. Εγώ δεν κλαίω, κι αν κλαίω ποτέ δεν το κάνω θέμα για να με λυπούνται!!! Αξιοπρέπεια αν ξέρεις την σημασία, μου την επιβάλλει το ύψος μου και η προσωπικότητά μου.
Έξάλλου τσόκαρα ειμαστε, τον δρόμο μας θα τον βρούμε, τα κόκκινα χαλιά θα τα πατήσουμε. Τα όνειρά μας δεν τα ξεπουλάμε, όπως μας κατηγορείς Μαλάκα.
Αφιερωμένο και χαλάλι σου:
"Τι είχαμε, τι χάσαμε ψωλέω σε ξεχάσαμε", που λεει και το άσμα. Με άλλα λόγια δεν έγινε και κάτι φοβερό. Απλα πήραμε ένα μάθημα "ΠΟΤΕ μα ΠΟΤΕ με επαρχιώτη ξανα". Αν δεν είναι τουλάχιστον τριών γενεών Αθηναίος απορρίπτεται. Δεκτές προτάσεις μόνο από βέρους Κολωνακιώτες.
Ήταν θαρρώ ξημερώματα της 31ης Αυγούστου τουτουνού του έτους. Μόλις είχα παραιτηθεί από το τσοκαρογραφείο, όταν στο facebook ένας άσχετος, άγνωστος - ως εκείνη την ώρα - μαλάκας κατά κόσμον, ουχί μόνο κατά την ταπεινή μου γνώμη, προσπαθούσε να βολιδοσκοπήσει τους λόγους για τους οποίους η τσοκαρία μου εγκατέλειπε τον τσαγκάρη της.
Ανέσυρα από το μνήμη μου εκείνη την βραδιά, όταν μια ψωνάρα είχε έρθει προσκεκλημένος για ένα θέμα, που μόνο 3 η ώρα θα έπαιζε στην εκπομπή, φερόμενος ως mediaρχης, για κλάματα θα προσέθετα. Ένα αμούστακο αγόρι, χωρίς φραγμό, αυθάδη και από εκείνες της φυσιογνωμίες που όσο κι αν προσπαθείς δεν μπορεις να θυμηθείς μετά ούτε ένα χαρακτηριστικό τους. Ειδικά για μια φυσιογνωμίστρια σαν εμένα, τσοκαράκια μου.
ΠΡΩΤΗ ΣΚΕΨΗ: "Τι θέλει αυτός ο άσχετος;"
ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΚΕΨΗ: "Προσπαθεί να μάθει (διότι τους πραγματικούς λόγους της αποχώρησης μου ούτε έμπιστοι φίλοι μου δεν έμαθαν ΠΟΤΕ) για να έχει να λέει.. Ίσως να τα πει και στον Δερβέναγα προκειμένου να κερδίσει την εμπιστοσύνη του".
ΤΡΙΤΗ ΣΚΕΨΗ: "Ωχ, άσε μας στον πόνο μου χρυσέ μου. Τι χάλια φωτογραφία; Πού πας ρε Καραμήτρο; Μάλλον καραντώνη!" (Γελάω μόνη μου μέσα στη νύχτα)
Από ευγένεια και μόνο απαντώ! Με ζορίζει, γίνεται πιεστικός, ενοχλητικός θα πρόσθετα, τσοκαράκια μου, για να κλείσουμε με το κλασικό μου "Να 'σαι καλα, να 'σαι καλά..."
Μα τα θέλω κι εγώ αντί να τον γειώσω τον μπουτζόβλαχο μέχρι το τηλέφωνό μου του έδωσα. Ε, καλά να πάθω. Αυτό το σαβουάρ βίβρ και η κλασική μου παιδεία θα με φάει.
Προσπαθώ να θυμηθώ, να μάθω ποια είναι τα κίνητρά του. Τι ρόλο παίζει αυτός ο άσχετος;
Μα τσοκαράκια μου, όλα έχουν την εξηγησή τους. Θα σας απαντήσω με μια ερώτηση... Εγώ το αρχιτσόκαρο, με μεταπτυχιακό στα "κουβαρίνια", με την φινέτσα και το στυλ μου μοιάζω με Ροκού; Ανάθεμα την ώρα που έγραφα στο προφίλ μου το συγκρότημα που με έκανε να ξανανιώσω την "Such a lonely day". Όχι, πείτε μου γιατί θα τα σπασω τα τακουνάκια μου, θα μπορούσατε να με φανταστείτε σε συναυλία των System of a Down, αν και τους λατρεύω; Να είμαι ντυμένη με αρβίλες και σωλήνες παντελόνια; Να απαρνηθώ τα τακουνάκια μου, τις τσοκαρίες μου, την στολή μου; Κι όμως όλα ξεκίνησαν λόγω των stystem of a down. Σου λέει ο mediaρχης για κλάματα, αυτή δική μας είναι, θα έρθει να δουλέψει στο νεό του μιντιακό απόκτημα... Την παράγκα του rock 'n' roll, συμπληρώνω για την κατρακύλα. Καλά δεν συζητώ για την αμοιβή... Ένα θα σας πω, τέτοιο ύψος δεν το καθιστά τακούνι, αλλά flat, σόλα.
Κάτω από αυτό το πρίσμα η πόρτα έκλεισε, την έκλεισα δεν θυμάμαι.
Όμως δεν τελειώνουμε εδώ. Το συνέχισε ότι δήθεν με είχε δει και του άρεσα... Καλέ πότε; Δεν τον θυμόμουν καν. Πίεζα το μυαλό μου, σκεφτόμουν μέχρι και αναδρομή να κάνω, αλλά έχει πεθάνει κι ο Βουλούκος, μου είχε πει ο Μπάμπης οτι είναι καταπληκτικός, δεν τον θυμόμουν. Και κουβέντα στην κουβέντα με έριξε το τσοκαράκι. Γούσταρα την ευθύτητα, ήταν όμως στιγμιαίο λάθος τελικά, σαν του Πασχάλης που κάνοντας τις σειρήνες του Οδυσσέα μου φώναζε "Παραδώσου λοιπόν ανευ όρων τσόκαρό μου". Κι εγώ το πίστεψα, τι ανόητη! Μόνο που για καλή μου τύχη ποτέ δεν ενέδωσα στον πειρασμό.
Και περνούσε ο καιρός και φτάσαμε να μετράμε 4 γεμάτους μήνες. Αν σκεφτείτε τσοκαράκια μου ότι μιλούσαμε από 3 ώρες καθημερινά, ακατάλυπτα - εκείνος στην αρχή λες και είχε φάει γλιστρίδα - χωρίς διακοπή ούτε για την ανάγκη μας, τότε καταλαβαίνετε. Είδαμε Ανατολές του ηλίου, κάναμε αφιερώματα σε όλους τους πεθαμένους καλλιτεχνικά της ελληνικής σκηνής του '90, περάσαμε σε προσωπικές εξομολογήσεις... Μοιραστήκαμε οικογενειακές στιγμές, ενδόμυχες σκέψεις, αλήθειες (από μεριάς μου τσοκαρίες μου) και στο τέλος σαν να ένιωσα κάτι (γιατί αν παραδεχτώ ότι ήταν παραπάνω από κάτι... έχουμε ζήτημα)!!! Εξ ού και οι αναρτήσεις για τον περιβόητο Μαλάκα...
Οι τρεις πρώτες σκέψεις μου κλείστηκαν σε ένα κουτάκι του μυαλού μου και δεν βγήκαν ποτέ ξανά μέχρι σήμερα. Δεν υπήρχαν. Γιατί ο mediaρχης για κλάματα είχε γίνει σαν το print στα τσοκαράκια μου, τόσο δικός μου. Πόσο γελάστηκα πάλι! Πώς μπορεί ένα άρβυλο, μια μπαναλαρία να εξομοιωθεί με τα τσοκαράκια; Η φινέτσα και το ντελικάτο τακουνάκι μας ίσο κι όμοιο με τις τετράπατες "μπότες του κατακτητή" Βέρμαχτ!
Τέσσερις μήνες, τα τηλέφωνα πλήθυναν... σταματούσαν να είναι μόνο μια βραδυνή συνήθεια. Απλώθηκαν μέσα στη μέρα. Με το φως του ήλιου, έγιναν ένα με το γκρίζο του ουρανού και στο τέλος πήραν κάτι από το μαβί που παίρνουν τα σύννεφα πριν την μπόρα... Και η βρόχα έπεφτε right through από τα τακουνάκια των τσοκάρων.
Ο mediaρχης για κλάματα, ο ψευτοροκάς, ο τεραντώνης νούμερο 2 (και εδώ μιλάμε όχι για την όψη αλλά για την ψυχή, αντιστρόφως ανάλογα με τον άλλον τεραντώνη μας) ο ΜΑΛΑΚΑΣ αποδείχθηκε πιο τσόκαρο από εμάς. Μας ξεπέρασε στην τσοκαρία. Στην βλαχομαγκιά. Διασπορέας ψευδών ειδήσεων δια το τσόκαρό μας σε φίλους αγαπημένους, όπως το μακεδονοτσόκαρο, στους οποίους είπε ότι "νταραβεριζόμαστε". Κι εδώ ξεκινά η καταγγελία.
Βρε Μαλάκα των media, που ο Πρόδρομος κάνει θεαματικό come back με τον ύμνο σου, βρε ανορθόγραφε "χωρέ" που μας απείλησες ότι θα ανοίξει η πέτρα για να μπουν τα τακουνάκια μας, βρε another τούβλο in the wall των Pink Floyd μας καταράστηκες να μην γυρίσει και το τσόκαρο που αγαπάμε... Για νταραβέρια και επιτόπια να πας στα Παρατράγουδα. Σου ταιριάζουν και σαν ύφος. Σου επιστρέφουμε όλους τους χαρακτηρισμούς περί προδοσίας, περί ομοιότητος με το αρσενικό τσοκαρο, και φυσικά δεν θα εργαζόμασταν ποτέ στην ροκ ραδιόπερά σου. Έλεος, αγάπη μου, εμάς μας έχουν αναφέρει όλοι οι διάσημοι οίκοι, όχι τα νέα του Ψαροντούφεκου Σποράδων και Μαγνησίας. Βλάχε, βλάχαρε, τελευταίε σε καταριόμαστε να πιάσουν πάτο οι ροκΔαίμονές σου με τις εμμονές σου, ούτε με ανέλκυση να μην βγει στην επιφάνεια. Και είμαστε και Σαββατογεννημένα.
Δεν φτάνει όσο μας πλήγωσες, μετά τόλμησες να μας πεις ότι από το μηνυμα μας, ως οφείλαμε για να απαντήσουμε στις κατηγορίες σου περί προδοσίας, έλλειψης επαγγελματισμού που προτιμήσαμε ένα επιφανή mediaρχη, που θελήσαμε να κατακτήσουμε το όνειρο από την ουτοπία... μην σου πω και Φρουτοπία, δημοσιογράφε Πίκο Απίκο, τόλμησες να πεις στην τσοκαρία μου ότι "εν αδικω πληγώσαμε την νεά σου κατάκτηση - όχι την επίσημη που ελέω αποστάσεως ακόμη και καλά (που ειναι το ψέμα και που η αλήθεια ποτε δεν θα μάθουμε) δεν χωρίζεις - επειδή τα διάβασε"; Καλά κι εσύ δίνεις το κινητό σου να το βλέπουν όλοι... Τα προσωπικά δεδομένα σου λένε κάτι; Ή απλά το άφησες επιτηδες να το δει για να κάνεις επίδειξη; Καλός μαλάκας είσαι. Μας είπαν και επικίνδυνα "τσόκαρα" επειδή κάναμε να κλαίει το κοριτσάκι του. Εμάς δεν μας σκέφτηκε ο Μαλάκας!!!
Το καλύτερο σας το φύλαγα για το τέλος. Το another τούβλο in the wall των Pink Floyd λίγο πριν στείλω το τελευταιο μηνυμα μου απάντησε, "Κι εγώ σε σκέφτομαι". Μια επωδός, ένα τσιγκλάκι που επαναλάμβανε σαν διαφημιστικό για Μαλάκες εδώ και λίγες μέρες. Από τότε που επέστρεψε από το χωριό του ο mediaρχης για κλάματα.
Γι' αυτό τσοκαράκια μου, μας πήρε 4 μήνες και κάτι αλλά το πόρισμα το βγάλαμε, στροφή στην γεροντολαγνεία. Τέρμα οι μικρότεροι ψυχή τε και νου. Και κυρίως μακριά από επαρχιώτες, κομπλεξικούς ΜΑΛΑΚΕΣ... "Μόνο λόγια τίποτα πιο πέρα".
Υ.Γ. Στην επιστολή που μου έστειλες Κουμάσι, παραφράζοντας το όνομά σου το οποίο έτσι θα έπρεπε να ειναι κανονικά τέτοιο κουμάσι που είσαι, την οποία και θα δημοσιευσω μαζί με την απάντησή μου, υπογράφεις ως "ο Μαλάκας ΣΟΥ". Σου είπα ότι ποτέ δεν ήσουν ο Μαλάκας μου, αλλά προτιμώ την "Μοναξιά του σκοινοβάτη" αν και στηριζομαι σε πανύψηλα τακουνάκια στιλέτο. Καταλαβαίνεις οτι η ισορροπία μου ειναι μοναδική!
Υ.Γ.2 Εν κατακλείδι να ξέρεις ότι όλη κι όλη μου η στενοχώρια θα κρατήσει 2-3 ώρες το πολύ, γιατί δεν αξίζεις μαλάκα και περισσότερο! Εσύ παρηγόρησε το "κοριτσάκι σου" για το οποίο ταξίδεψες 485 χλμ βορειοδυτικά της Αθήνας, όχι για να πνιγείς, όπως θα έπρεπε σαν άλλη κυρα-Φροσύνη στην λιμνοθάλασσα από τις ερινύες (φαίνεται μάλλον όλα τα τρως δεν έχεις πρόβλημα), αλλά για να ικανοποιήσεις την ψωλέω σε ξεχάσαμε.
Αγόρι μου δεν πάθαμε ζημιά. Εγώ δεν κλαίω, κι αν κλαίω ποτέ δεν το κάνω θέμα για να με λυπούνται!!! Αξιοπρέπεια αν ξέρεις την σημασία, μου την επιβάλλει το ύψος μου και η προσωπικότητά μου.
Έξάλλου τσόκαρα ειμαστε, τον δρόμο μας θα τον βρούμε, τα κόκκινα χαλιά θα τα πατήσουμε. Τα όνειρά μας δεν τα ξεπουλάμε, όπως μας κατηγορείς Μαλάκα.
Αφιερωμένο και χαλάλι σου:
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)